Η ζωή του είναι συνυφασμένη με το έργο του.
Το επώνυμό του έχει δώσει όνομα στα χειρότερα σεξουαλικά ένστικτα. Ο Ντονασιέν Αλφόνς Φρανσουά ντε Σαντ (1740-1814) επαναπροσδιόρισε
τις διαστροφές της σάρκας και τις μετέτρεψε σε λογοτεχνία. Πέρασε τη μισή του ζωή σε φυλακές και άσυλα φρενοβλαβών. Ο θρύλος του είναι εντυπωσιακός.
Για να φιλοτεχνήσουμε ένα πορτρέτο του Μαρκήσιου ντε Σαντ, ακόμη και αν δεν θέλουμε να τον κρίνουμε, η δυσκολία έγκειται στον βαθμό του πάθους μας και όχι στα στοιχεία που υπάρχουν άφθονα. Πολλά από τα κείμενά του, συμπεριλαμβανομένου αυτού που θα μπορούσε να θεωρηθεί το πλέον μεμπτό του μυθιστόρημα, «Τα ταξίδια της Φλορμπέλ», χάθηκαν ή κάηκαν, αλλά ο Ντε Σαντ υπήρξε πολυγραφότατος και οι χιλιάδες σελίδες που δημοσιεύτηκαν μετά τον θάνατό του δεν φτάνουν στο ελάχιστο το σύνολο όσων έγραψε. Μετά το 1900 άρχισαν να εμφανίζονται και βιογράφοι του, οι οποίοι γνωρίζουν από την πρώτη κιόλας ματιά στα τότε ακόμη ανέκδοτα χειρόγραφα ότι υπήρχε υλικό που θα μπορούσε να τροφοδοτήσει ατελείωτες κριτικές αναλύσεις ψυχιατρικής φύσεως: ο «Θείος Μαρκήσιος» υπήρξε κλινική περίπτωση. Συγχρόνως όμως πολύ γρήγορα βρέθηκαν τον 20ό αιώνα και εκείνοι που τυφλώθηκαν από τον «μαύρο ήλιο» του, που με αφέλεια ή με κακοβουλία είδαν σε αυτόν το «πιο ελεύθερο πνεύμα που υπήρξε ποτέ» όπως αναφέρει ο Απολινέρ στην αποφασιστικής επιρροής λογοτεχνική βιογραφία του που δημοσιεύτηκε το 1909. Ωστόσο, τα λόγια του συγχρόνου του Μπαράς αποτελούν, κατά τη γνώμη μου, ισορροπημένη μαρτυρία για την προσωπικότητα του Ντε Σαντ. Ενας άνθρωπος που ακροβατούσε ανάμεσα στο κακό και στην ακολασία (δύο έννοιες τελείως διαφορετικές), μεταξύ της πρακτικής μιας εγκληματικής σκληρότητας και της εφαρμογής μιας λαγνείας υπερβολικά βίαιης, αλλά παρ΄ όλα αυτά φανταστικής.
τις διαστροφές της σάρκας και τις μετέτρεψε σε λογοτεχνία. Πέρασε τη μισή του ζωή σε φυλακές και άσυλα φρενοβλαβών. Ο θρύλος του είναι εντυπωσιακός.
Για να φιλοτεχνήσουμε ένα πορτρέτο του Μαρκήσιου ντε Σαντ, ακόμη και αν δεν θέλουμε να τον κρίνουμε, η δυσκολία έγκειται στον βαθμό του πάθους μας και όχι στα στοιχεία που υπάρχουν άφθονα. Πολλά από τα κείμενά του, συμπεριλαμβανομένου αυτού που θα μπορούσε να θεωρηθεί το πλέον μεμπτό του μυθιστόρημα, «Τα ταξίδια της Φλορμπέλ», χάθηκαν ή κάηκαν, αλλά ο Ντε Σαντ υπήρξε πολυγραφότατος και οι χιλιάδες σελίδες που δημοσιεύτηκαν μετά τον θάνατό του δεν φτάνουν στο ελάχιστο το σύνολο όσων έγραψε. Μετά το 1900 άρχισαν να εμφανίζονται και βιογράφοι του, οι οποίοι γνωρίζουν από την πρώτη κιόλας ματιά στα τότε ακόμη ανέκδοτα χειρόγραφα ότι υπήρχε υλικό που θα μπορούσε να τροφοδοτήσει ατελείωτες κριτικές αναλύσεις ψυχιατρικής φύσεως: ο «Θείος Μαρκήσιος» υπήρξε κλινική περίπτωση. Συγχρόνως όμως πολύ γρήγορα βρέθηκαν τον 20ό αιώνα και εκείνοι που τυφλώθηκαν από τον «μαύρο ήλιο» του, που με αφέλεια ή με κακοβουλία είδαν σε αυτόν το «πιο ελεύθερο πνεύμα που υπήρξε ποτέ» όπως αναφέρει ο Απολινέρ στην αποφασιστικής επιρροής λογοτεχνική βιογραφία του που δημοσιεύτηκε το 1909. Ωστόσο, τα λόγια του συγχρόνου του Μπαράς αποτελούν, κατά τη γνώμη μου, ισορροπημένη μαρτυρία για την προσωπικότητα του Ντε Σαντ. Ενας άνθρωπος που ακροβατούσε ανάμεσα στο κακό και στην ακολασία (δύο έννοιες τελείως διαφορετικές), μεταξύ της πρακτικής μιας εγκληματικής σκληρότητας και της εφαρμογής μιας λαγνείας υπερβολικά βίαιης, αλλά παρ΄ όλα αυτά φανταστικής.