"Άδειες εξόδου δεν εδόθησαν προκειμένου να αποχαιρετίσουμε τους δικούς μας, που ίσως δεν ξαναβλέπαμε ποτέ. Πάραυτα, ουδείς απολύτως διαμαρτυρήθηκε, γιατί βάλαμε πάνω απ’ όλους την πατρίδα".
Ελευθέριος-Ερρίκος Ι.Λινάρδος ναύτης του Α/Τ ΥΔΡΑ 1940-41 , θυμάται και εξιστορεί στον Χρήστο Παπαγεωργίου για την εφημερίδα ΣΗΜΑΙΑ/27-11-2004/αριθ.φύλλου 29487.
Έτσι πολεμήσαμε το 1940-41 Με βαθιά συγκίνηση και δάκρυα στα μάτια παρακολούθησα από τα τοπικά κανάλια την άφιξη στο λιμάνι της Καλαμάτας της φρεγάτας του πολεμικού μας ναυτικού, «Ύδρα», που έγινε με πρωτοβουλία του εκλεκτού συντοπίτη μας υφυπουργού Εθνικής Άμυνας, κ. Γιάννη Λαμπρόπουλου.
Βλέποντας το πολεμικό αυτό πλοίο, πέμπτο κατά σειρά με αυτό το όνομα, στο μυαλό μου άρχιζαν να έρχονται σαν κινηματογραφική ταινία οι εικόνες που έζησα στο αντιτορπιλικό «Ύδρα» ως μέλος του πληρώματος, κατά τον πόλεμο 1940-41, που μόλις είχα αποφοιτήσει από την Ν.Σ.Π.
Το 1941 στο Α/Τ «ΥΔΡΑ»Τη νύχτα της 21ης προς 22ας Απριλίου 1941, το «Ύδρα», τέταρτο κατά σειρά με αυτό το όνομα, βρισκόταν στη Σκάλα Μεγάρων για ανεφοδιασμό καυσίμων και νερού, καθ’ ότι μόλις είχαμε επιστρέψει από ταξίδι στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
Επόμενή μας αποστολή ήταν να συνοδεύσουμε προς Αλεξάνδρεια το Δανικό φορτηγό «Μάριμισκ» (επάνω στο οποίο είχαν εναποθηκευτεί όλα τα πυρομαχικά του ελληνικού στόλου) και το υποβρύχιο «Παπανικολής». Άδειες εξόδου δεν εδόθησαν προκειμένου να αποχαιρετίσουμε τους δικούς μας, που ίσως δεν ξαναβλέπαμε ποτέ. Πάραυτα, ουδείς απολύτως διαμαρτυρήθηκε, γιατί βάλαμε πάνω απ’ όλους την πατρίδα.
Από τα ξημερώματα της 22ας Απριλίου τα Γερμανικά Στούκας είχαν κάνει έντονη την παρουσία τους πάνω από τον Σαρωνικό. Διαρκείς συναγερμοί μας κρατούσαν σε επαγρύπνηση. Ο κυβερνήτης της «Ύδρας», αντιναύαρχος Θ. Πεζόπουλος, που ήταν ένας πολύ καταπληκτικός και πολύ αγαπητός άνθρωπος, φρόντιζε διαρκώς να μας εμψυχώνει. Αλλάζαμε διαρκώς θέση για να παραπλανούμε τα εχθρικά αεροσκάφη και..
το ίδιο έκαναν και τα παραπλέοντα πολεμικά μας αντιτορπιλικά «Β. Όλγα», «Πάνθηρ», και «Ιέραξ».
Τα μισά απ’ αυτά χωρίστηκαν από τα υπόλοιπα και πήρανε κατεύθυνση κατά πάνω μας. Ο κυβερνήτης τότε διέταξε να αναπτύξουμε τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα και να βάλουμε αμέσως κατά του πρώτου αεροσκάφους που ευρίσκετο σε απόσταση βολής. Τα Γερμανικά Στούκας επιτίθεντο δια κάθέτου εφορμήσεως και μας χτυπούσαν με βόμβες μικρού ύψους και ταυτόχρονα πυροβολούσαν κατά της γέφυρας. Ο κυβερνήτης Πεζόπουλος είχε λάβει τη θέση του στο πρωραίο παραπέτασμα της γέφυρας. Ήταν ως συνήθως ασκεπής και μας καθοδηγούσε με απαράμιλλο ηρωισμό και αυτοθυσία.
Ξαφνικά τον βλέπω να γλιστράει από την θέση του και να κάθεται επί του δαπέδου με το σώμα να στηρίζεται στο παραπέτασμα. Τα μάτια του ήταν κλειστά. Ένα ελαφρύ χαμόγελο διεκρίνετο στα χείλη του και στο πρόσωπό του ήταν διάχυτη η γαλήνη και η έκφραση ικανοποίησης ότι έπραξε μέχρι την ύστατη στιγμή της ζωής του, το καθήκον του προς την πατρίδα. Ο ήρωας αυτός του πολεμικού μας Ναυτικού είχε πληρώσει πρώτος από το «Ύδρα» τον φόρο αίματος. Σφαίρα εχθρικού πολυβόλου είχε πλήξει καίρια στο κεφάλι τον κυβερνήτη μας, αντιπλοίαρχο Θ. Πεζόπουλο.
Οι ομοχειρίες των δύο αντιαεροπορικών πολυβόλων πολύ γρήγορα βγήκαν και αυτές εκτός μάχης, ενώ το τρίτο έπαθε εμπλοκή. Αναπτύξαμε αρχικά ταχύτητα περίπου τριάντα κόμβων, γρήγορα όμως η μια μηχανή χάλασε, ενώ σε λίγο ακολούθησε και η δεύτερη.
Το πλοίο πλέον παρέμενε άοπλο και ακίνητο, στη διάθεση του εχθρού. Αεροπορική υποστήριξη δεν εμφανίστηκε ποτέ. Οι βόμβες εξακολουθούσαν να πέφτουν βροχή. Στα ύφαλα του πλοίου είχαν δημιουργηθεί πολλά ρήγματα και το νερό που έμπαινε αύξανε με γρήγορους ρυθμούς το βύθισμα, ιδίως από τη μεριά της πρύμνης.
Το κατάστρωμα είχε πολύ τσαλακωθεί και ήταν γεμάτο, όπως επίσης τα δάπεδα των πυροβόλων και οι γέφυρες, από νεκρούς και βαριά τραυματισμένους. Ο ύπατος πλωτάρχης Βλαχάβας είχε φριχτά διαμελιστεί. Του υποπλοίαρχου Αρλιώτη είχε κοπεί το ένα πόδι και το ένα χέρι, ενώ του γιατρού Μανιαρίζη του κόπηκε το κεφάλι και τινάχτηκε στη θάλασσα. Εμένα δύο βλήματα με βρήκαν στο αριστερό χέρι και στο δεξί πόδι. Αυτή η φρικιαστική εικόνα δεν θα φύγει ποτέ από του μυαλό μου όσο θα ζω.
Οι Γερμανοί όταν κατάλαβαν ότι βυθιζόμαστε έπαυσαν να μας βάλουν και περιορίστηκαν για λίγο, απλά στο να παρακολουθούν και ύστερα έφυγαν.Τη διαταγή εγκατάλειψης έδωσε ο πλωτάρχης Μεζεβίρης, ο οποίος ευρίσκετο στο «Ύδρα» από την προηγούμενη ημέρα, κατά εντολή του αρχηγού του στόλου.
Οι σωσίβιοι λέμβοι είχαν καταστραφεί εκτός από μια μικρή που χρησιμοποιήθηκε για την επιβίβαση των ακρωτηριασμένων. Οι υπόλοιποι πέσαμε στη θάλασσα με σωσίβιες ζώνες. Λίγα λεπτά αργότερα το πλοίο σηκώθηκε όρθιο από τη μεριά της πλώρης και χάθηκε μέσα στα νερά, μαζί με τους ηρωικούς νεκρούς, που ήταν περίπου το ένα τρίτο του πληρώματος. Τη στιγμή που τα νερά σκέπαζαν το πλοίο κάποιος φώναξε: «Ζήτω η “Ύδρα”» και τότε όλοι μαζί επαναλάβαμε αυτή τη φράση.Ήταν αυτό ο ωραιότερος επιτάφιος «θρήνος» για τους ηρωικούς νεκρούς μας.
Δίπλα μου, μέσα στη θάλασσα, είδα τον αδελφικό μου φίλο μέσα στο «Ύδρα», Βαγγέλη Λουριδά, από το χωριό Άγιος Κωνσταντίνος Λακωνίας. Ήταν βαριά τραυματισμένος και πολύ εξαντλημένος από τα γεγονότα και κυρίως από την αιμορραγία. Προσπάθησα να τον βοηθήσω. Όμως ήμουνα ουσιαστικά μ’ ένα χέρι και ένα πόδι. Του φώναξα κουράγιο, πρέπει να ζήσεις, πρέπει να τα καταφέρεις. Όμως μάταια σε λίγο τον κατάπιε η θάλασσα και δεν το ξαναείδα ποτέ.
Αφιέρωμα στο «ΥΔΡΑ»
Στην δεκαετία του 1960-70, η εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος» είχε αφιέρωμα στο αντιτορπιλικό «Ύδρα» και μεταξύ των σχετικών ανέφερε και τους διασωθέντες.
Το δημοσίευμα αυτό οδήγησε τον πατέρα του αδελφικού μου φίλου Βαγγέλη Λουριδά, στο σπίτι μου, στη Βαλύρα. Ήθελε ο πονεμένος εκείνος πατέρας να μάθει για τις τελευταίες στιγμές του ηρωικού παιδιού του. Αργότερα επισκέφθηκα το χωριό Άγιος Κωνσταντίνος Λακωνίας και με πολύ συγκίνηση διάβασα στο ηρώο το όνομα του αδελφικού μου φίλου, μαζί με τα ονόματα και άλλων ηρωικώς πεσόντων υπέρ πατρίδος από τη γενέτειρά του.
Εύχομαι κάποια στιγμή να σταματήσουν οι πόλεμοι και προπάντων η πατρίδα μας να μην ξαναζήσει τέτοιες τραγικές καταστάσεις.
Τελειώνοντας στέλνω τις ευχές μου και την αγάπη μου στον κυβερνήτη, αντιπλοίαρχο κ. Ιωάννη Πάτα και του πλήρωμα του σημερινού, πέμπτου κατά σειρά, με το ίδιο όνομα, πολεμικού μας πλοίου «Ύδρα».
Πηγή: ΓΙΑΝΝΗΣ Ε. ΛΙΝΑΡΔΟΣ
Πηγή
Ελευθέριος-Ερρίκος Ι.Λινάρδος ναύτης του Α/Τ ΥΔΡΑ 1940-41 , θυμάται και εξιστορεί στον Χρήστο Παπαγεωργίου για την εφημερίδα ΣΗΜΑΙΑ/27-11-2004/αριθ.φύλλου 29487.
Έτσι πολεμήσαμε το 1940-41 Με βαθιά συγκίνηση και δάκρυα στα μάτια παρακολούθησα από τα τοπικά κανάλια την άφιξη στο λιμάνι της Καλαμάτας της φρεγάτας του πολεμικού μας ναυτικού, «Ύδρα», που έγινε με πρωτοβουλία του εκλεκτού συντοπίτη μας υφυπουργού Εθνικής Άμυνας, κ. Γιάννη Λαμπρόπουλου.
Βλέποντας το πολεμικό αυτό πλοίο, πέμπτο κατά σειρά με αυτό το όνομα, στο μυαλό μου άρχιζαν να έρχονται σαν κινηματογραφική ταινία οι εικόνες που έζησα στο αντιτορπιλικό «Ύδρα» ως μέλος του πληρώματος, κατά τον πόλεμο 1940-41, που μόλις είχα αποφοιτήσει από την Ν.Σ.Π.
Το 1941 στο Α/Τ «ΥΔΡΑ»Τη νύχτα της 21ης προς 22ας Απριλίου 1941, το «Ύδρα», τέταρτο κατά σειρά με αυτό το όνομα, βρισκόταν στη Σκάλα Μεγάρων για ανεφοδιασμό καυσίμων και νερού, καθ’ ότι μόλις είχαμε επιστρέψει από ταξίδι στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου.
Επόμενή μας αποστολή ήταν να συνοδεύσουμε προς Αλεξάνδρεια το Δανικό φορτηγό «Μάριμισκ» (επάνω στο οποίο είχαν εναποθηκευτεί όλα τα πυρομαχικά του ελληνικού στόλου) και το υποβρύχιο «Παπανικολής». Άδειες εξόδου δεν εδόθησαν προκειμένου να αποχαιρετίσουμε τους δικούς μας, που ίσως δεν ξαναβλέπαμε ποτέ. Πάραυτα, ουδείς απολύτως διαμαρτυρήθηκε, γιατί βάλαμε πάνω απ’ όλους την πατρίδα.
Από τα ξημερώματα της 22ας Απριλίου τα Γερμανικά Στούκας είχαν κάνει έντονη την παρουσία τους πάνω από τον Σαρωνικό. Διαρκείς συναγερμοί μας κρατούσαν σε επαγρύπνηση. Ο κυβερνήτης της «Ύδρας», αντιναύαρχος Θ. Πεζόπουλος, που ήταν ένας πολύ καταπληκτικός και πολύ αγαπητός άνθρωπος, φρόντιζε διαρκώς να μας εμψυχώνει. Αλλάζαμε διαρκώς θέση για να παραπλανούμε τα εχθρικά αεροσκάφη και..
το ίδιο έκαναν και τα παραπλέοντα πολεμικά μας αντιτορπιλικά «Β. Όλγα», «Πάνθηρ», και «Ιέραξ».
Επίθεση από γερμανικά αεροσκάφη
Το απόγευμα πλέαμε προς την περιοχή Φλέβες απ’ όπου θα ξεκινούσε η νηοπομπή για Αλεξάνδρεια. Περί ώραν 17.30 εμφανίστηκε στον ουρανό εχθρικό αναγνωριστικό αεροσκάφος, το οποίο αμέσως αποχώρησε. Δεν θα πέρασαν είκοσι λεπτά όταν με τα κιάλια είδαμε στον ουρανό ένα μεγάλο αριθμό Γερμανικών αεροσκαφών, περίπου 70-80, που κατευθύνονταν νότια και διασταύρωσαν την πρύμνη της «Ύδρας» σε απόσταση ολίγων μιλίων.Τα μισά απ’ αυτά χωρίστηκαν από τα υπόλοιπα και πήρανε κατεύθυνση κατά πάνω μας. Ο κυβερνήτης τότε διέταξε να αναπτύξουμε τη μέγιστη δυνατή ταχύτητα και να βάλουμε αμέσως κατά του πρώτου αεροσκάφους που ευρίσκετο σε απόσταση βολής. Τα Γερμανικά Στούκας επιτίθεντο δια κάθέτου εφορμήσεως και μας χτυπούσαν με βόμβες μικρού ύψους και ταυτόχρονα πυροβολούσαν κατά της γέφυρας. Ο κυβερνήτης Πεζόπουλος είχε λάβει τη θέση του στο πρωραίο παραπέτασμα της γέφυρας. Ήταν ως συνήθως ασκεπής και μας καθοδηγούσε με απαράμιλλο ηρωισμό και αυτοθυσία.
Ξαφνικά τον βλέπω να γλιστράει από την θέση του και να κάθεται επί του δαπέδου με το σώμα να στηρίζεται στο παραπέτασμα. Τα μάτια του ήταν κλειστά. Ένα ελαφρύ χαμόγελο διεκρίνετο στα χείλη του και στο πρόσωπό του ήταν διάχυτη η γαλήνη και η έκφραση ικανοποίησης ότι έπραξε μέχρι την ύστατη στιγμή της ζωής του, το καθήκον του προς την πατρίδα. Ο ήρωας αυτός του πολεμικού μας Ναυτικού είχε πληρώσει πρώτος από το «Ύδρα» τον φόρο αίματος. Σφαίρα εχθρικού πολυβόλου είχε πλήξει καίρια στο κεφάλι τον κυβερνήτη μας, αντιπλοίαρχο Θ. Πεζόπουλο.
Θυμάμαι ότι οι βόμβες έσκαγαν δίπλα μας.
Οι βόμβες έπεφταν βροχή γύρω από το πλοίο και σχημάτιζαν μαύρους πίδακες νερού που κατέκλυζαν μέχρι και την επάνω γέφυρα. Τα πολυβόλα μας ήταν παλαιά, ελαφρά και ανίσχυρα. Αυτά δε της κάτω γέφυρας, σε λίγα λεπτά έπαθαν εμπλοκή και βγήκαν εκτός μάχης.Οι ομοχειρίες των δύο αντιαεροπορικών πολυβόλων πολύ γρήγορα βγήκαν και αυτές εκτός μάχης, ενώ το τρίτο έπαθε εμπλοκή. Αναπτύξαμε αρχικά ταχύτητα περίπου τριάντα κόμβων, γρήγορα όμως η μια μηχανή χάλασε, ενώ σε λίγο ακολούθησε και η δεύτερη.
Το πλοίο πλέον παρέμενε άοπλο και ακίνητο, στη διάθεση του εχθρού. Αεροπορική υποστήριξη δεν εμφανίστηκε ποτέ. Οι βόμβες εξακολουθούσαν να πέφτουν βροχή. Στα ύφαλα του πλοίου είχαν δημιουργηθεί πολλά ρήγματα και το νερό που έμπαινε αύξανε με γρήγορους ρυθμούς το βύθισμα, ιδίως από τη μεριά της πρύμνης.
Το κατάστρωμα είχε πολύ τσαλακωθεί και ήταν γεμάτο, όπως επίσης τα δάπεδα των πυροβόλων και οι γέφυρες, από νεκρούς και βαριά τραυματισμένους. Ο ύπατος πλωτάρχης Βλαχάβας είχε φριχτά διαμελιστεί. Του υποπλοίαρχου Αρλιώτη είχε κοπεί το ένα πόδι και το ένα χέρι, ενώ του γιατρού Μανιαρίζη του κόπηκε το κεφάλι και τινάχτηκε στη θάλασσα. Εμένα δύο βλήματα με βρήκαν στο αριστερό χέρι και στο δεξί πόδι. Αυτή η φρικιαστική εικόνα δεν θα φύγει ποτέ από του μυαλό μου όσο θα ζω.
Οι Γερμανοί όταν κατάλαβαν ότι βυθιζόμαστε έπαυσαν να μας βάλουν και περιορίστηκαν για λίγο, απλά στο να παρακολουθούν και ύστερα έφυγαν.Τη διαταγή εγκατάλειψης έδωσε ο πλωτάρχης Μεζεβίρης, ο οποίος ευρίσκετο στο «Ύδρα» από την προηγούμενη ημέρα, κατά εντολή του αρχηγού του στόλου.
Οι σωσίβιοι λέμβοι είχαν καταστραφεί εκτός από μια μικρή που χρησιμοποιήθηκε για την επιβίβαση των ακρωτηριασμένων. Οι υπόλοιποι πέσαμε στη θάλασσα με σωσίβιες ζώνες. Λίγα λεπτά αργότερα το πλοίο σηκώθηκε όρθιο από τη μεριά της πλώρης και χάθηκε μέσα στα νερά, μαζί με τους ηρωικούς νεκρούς, που ήταν περίπου το ένα τρίτο του πληρώματος. Τη στιγμή που τα νερά σκέπαζαν το πλοίο κάποιος φώναξε: «Ζήτω η “Ύδρα”» και τότε όλοι μαζί επαναλάβαμε αυτή τη φράση.Ήταν αυτό ο ωραιότερος επιτάφιος «θρήνος» για τους ηρωικούς νεκρούς μας.
Δίπλα μου, μέσα στη θάλασσα, είδα τον αδελφικό μου φίλο μέσα στο «Ύδρα», Βαγγέλη Λουριδά, από το χωριό Άγιος Κωνσταντίνος Λακωνίας. Ήταν βαριά τραυματισμένος και πολύ εξαντλημένος από τα γεγονότα και κυρίως από την αιμορραγία. Προσπάθησα να τον βοηθήσω. Όμως ήμουνα ουσιαστικά μ’ ένα χέρι και ένα πόδι. Του φώναξα κουράγιο, πρέπει να ζήσεις, πρέπει να τα καταφέρεις. Όμως μάταια σε λίγο τον κατάπιε η θάλασσα και δεν το ξαναείδα ποτέ.
Υποδοχή στην Αίγινα
Όσοι επιζήσαμε καταφέραμε να φθάσουμε κολυμπώντας στην νησίδα Λαγόσα που απείχε, απ’ ότι εκτιμώ, περί τα δύο μίλια από το σημείο που βυθιστήκαμε. Ψαροκάικα μας μετέφεραν στην Αίγινα, όπου ο λαός μας επιφύλαξε θερμότατη υποδοχή. Στο νοσοκομείο της πόλης μας παρασχέθηκαν οι πρώτες βοήθειες. Απ’ εκεί διακομιστήκαμε σε νοσοκομεία της Αθήνας. Εγώ ήμουνα σε μια ομάδα που φθάσαμε στην παραλία του Σκαραμαγκά. Εκεί μας περίμεναν Γερμανοί με παρατεταμένα τα όπλα. Όταν αντιλήφθηκαν για ποιους επρόκειτο μας απέδωσαν τιμές και μας οδήγησαν οι ίδιοι στο νοσοκομείο που βρισκόταν Αχαρνών και Σουρμελή. Τώρα μαθαίνω ότι έχει γίνει σχολείο. Φεύγοντας από την Αθήνα ήρθα στη γενέτειρά μου, τη Βαλύρα, και όσο επέτρεπε η κατάστασή μου και οι δυνάμεις μου συμμετείχα στην ενιαία εθνική αντίσταση κατά των κατακτητών.Αφιέρωμα στο «ΥΔΡΑ»
Στην δεκαετία του 1960-70, η εφημερίδα «Ελεύθερος Κόσμος» είχε αφιέρωμα στο αντιτορπιλικό «Ύδρα» και μεταξύ των σχετικών ανέφερε και τους διασωθέντες.
Το δημοσίευμα αυτό οδήγησε τον πατέρα του αδελφικού μου φίλου Βαγγέλη Λουριδά, στο σπίτι μου, στη Βαλύρα. Ήθελε ο πονεμένος εκείνος πατέρας να μάθει για τις τελευταίες στιγμές του ηρωικού παιδιού του. Αργότερα επισκέφθηκα το χωριό Άγιος Κωνσταντίνος Λακωνίας και με πολύ συγκίνηση διάβασα στο ηρώο το όνομα του αδελφικού μου φίλου, μαζί με τα ονόματα και άλλων ηρωικώς πεσόντων υπέρ πατρίδος από τη γενέτειρά του.
Εύχομαι κάποια στιγμή να σταματήσουν οι πόλεμοι και προπάντων η πατρίδα μας να μην ξαναζήσει τέτοιες τραγικές καταστάσεις.
Τελειώνοντας στέλνω τις ευχές μου και την αγάπη μου στον κυβερνήτη, αντιπλοίαρχο κ. Ιωάννη Πάτα και του πλήρωμα του σημερινού, πέμπτου κατά σειρά, με το ίδιο όνομα, πολεμικού μας πλοίου «Ύδρα».
Πηγή: ΓΙΑΝΝΗΣ Ε. ΛΙΝΑΡΔΟΣ
Πηγή