Πάνε κιόλας 53 χρόνια από την ημέρα που οι πρώτοι «μπαρμπούδος», οι γενειοφόροι επαναστάτες της Κούβας, πάτησαν το πόδι τους στα προάστια της Αβάνας. Η πρωτεύουσα ήταν ουσιαστικά ανυπεράσπιστη: με έναν εκπληκτικό ελιγμό, που διδάσκεται ακόμη στις στρατιωτικές σχολές σαν παράδειγμα αντάρτικης επίθεσης, οι «κομαντάντε» Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα και Καμίλο Σιενφουέγος και οι άντρες τους είχαν τσακίσει στη Σάντα Κλάρα τον πολυάριθμο και καλά οπλισμένο από τις Ηνωμένες Πολιτείες τακτικό στρατό του Φουλχένσιο Μπατίστα αναγκάζοντας τον δικτάτοραμαριονέτα των Αμερικανών να εγκαταλείψει άρον άρον τη χώρα.
Για τους Κουβανούς εκείνη η Πρωτοχρονιά του 1959 σήμαινε πολύ περισσότερα από τον ερχομό ενός νέου έτους: επί έναν και πλέον αιώνα πολεμούσαν για την ανεξαρτησία τους, πρώτα ενάντια στους ισπανούς αποικιοκράτες και στη συνέχεια ενάντια στους «γιάνκηδες» της Ουάσιγκτον και στα διορισμένα από αυτούς καθεστώτα, σαν αυτό του Μπατίστα, του λοχία που έγινε δικτάτορας και κυβέρνησε την Κούβα για σχεδόν τρεις δεκαετίες. Γι΄ αυτό και, ακόμη και σήμερα, οι Κουβανοί δεν μιλούν για Πρωτοχρονιά αλλά για την «dia del triunfo de la Revolucion»- την ημέρα του θριάμβου της Επανάστασης. Και τη γιορτάζουν κατά πώς ταιριάζει στο τροπικό ταμπεραμέντο τους: με άφθονο ρούμι και μπίρα και χορό μέχρι πρωίας.
Οσοι έζησαν τη θριαμβευτική είσοδο των «μπαρμπούδος» στην πόλη λένε ότι τα συναισθήματα που ένιωσαν δεν ανταλλάσσονται με τίποτε: θαρρείς κι ένας ολόκληρος καταπιεσμένος, στρατοκρατούμενος, γονατισμένος λαός σηκώθηκε ταυτόχρονα στα πόδια του και άρχισε να χορεύει εκστασιασμένος. Δεν το περίμεναν, βλέπετε: ακόμη και ο ίδιος ο Φιντέλ και οι «κομαντάντε» του δεν πίστευαν πως μπορούσαν τόσο εύκολα να νικήσουν- όχι φυσικά τον Μπατίστα και τους θρασύδειλους, όπως αποδείχθηκε, επιτελείς του, οι οποίοι μπροστά στα δύσκολα το έβαλαν στα πόδια, αλλά τη «μαμά Αμερική» και τα εγκατεστημένα στην Κούβα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντά της: τόσο τα φανερά, αυτά των μεγάλων εταιρειών σαν την ΑΤ&Τ ή τη United Fruit, όσο και τα «υπόγεια», όπως τα μεγάλα καζίνα και τα πολυτελή μπορντέλα της μαφίας του Σικάγου, που λέγεται ότι είχε επενδύσει πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια στη βιομηχανία ακολασίας της «51ης Πολιτείας», μόλις 90 μίλια μακριά από τις ακτές των ΗΠΑ.
Μια απρόσμενη επανάσταση
Γεννημένος το 1926, νόθο παιδί ενός ισπανού μετανάστη που έκανε λεφτά στη βιομηχανία ζάχαρης, ο Φιντέλ μεγάλωσε σε μια χώρα-προτεκτοράτο όπου τίποτε δεν προμήνυε τι θα επακολουθούσε. Αλλωστε ως το 1951 ο μετέπειτα επαναστάτης ήταν στέλεχος της νεολαίας ενός κεντρώου αστικού κόμματος και έδειχνε έτοιμος για μια συμβατική πολιτική και επαγγελματική σταδιοδρομία- προοπτική που ενισχύθηκε μετά την αποφοίτησή του από τη Νομική και τον γάμο του με τη Μίρτα Ντίας, μια ευκατάστατη κοπέλα από πλούσια οικογένεια μεγαλοαστών. Τα σαλόνια όμως δεν τον χωρούσαν. Το νέο αμερικανοκίνητο πραξικόπημα του ΄52 που επανέφερε στην εξουσία τον Μπατίστα ήταν το καθοριστικό σημείο καμπής για τον Κάστρο, η σταγόνα που τον μετέτρεψε από νεαρό κεντρώο δικηγόρο σε επαναστάτη: επηρεασμένος και από τον μικρό αδελφό του, τον Ραούλ, ένθερμο κομμουνιστή, περνά στην παρανομία και έπειτα από ένα σύντομο διάστημα προπαρασκευής επιτίθεται στις 26 Ιουλίου του ΄53, εν μέσω του τοπικού Καρναβαλιού, με 135 συντρόφους του, στον στρατώνα της Μονκάδα, έξω από τη συμπρωτεύουσα Σαντιάγο, με σκοπό την ανατροπή του Μπατίστα.
Η αποτυχία της επίθεσης υπήρξε παταγώδης: οι μισοί σύντροφοί του σκοτώθηκαν στη μάχη ή εκτελέστηκαν και οι αδελφοί Κάστρο συνελήφθησαν και αντιμετώπισαν τη θανατική ποινή. Πολλοί λένε ότι η ζωή του σώθηκε χάρη σε «άνωθεν» παρεμβάσεις από την οικογένειά του και την Εκκλησία: στο δικαστήριο, πάντως, ο Φιντέλ υπερασπίστηκε τον εαυτό του με μια περίφημη ομιλία («Καταδικάστε με, δεν έχει σημασία. Η Ιστορία θα με δικαιώσει!» είπε στους δικαστές) και τελικά καταδικάστηκε σε 15 χρόνια στη «γόνιμη φυλακή», όπως την αποκαλεί, όπου ωριμάζει και η πολιτική σκέψη του.
Η Πρωτοχρονιά της ελευθερίας
Λιγότερο από δύο χρόνια αργότερα ο Μπατίστα χορηγεί γενική αμνηστία και οι αδελφοί Κάστρο φεύγουν αμέσως για το Μεξικό. Εκεί ο Φιντέλ γνωρίζεται με τον νεαρό αργεντινό γιατρό Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα που σύντομα εντάσσεται στην αντάρτικη ομάδα: είναι και αυτός κομμουνιστής, όπως ο Ραούλ, και οι πυρετώδεις, νεο-μπολιβαρικές ιδέες του για ένα παναμερικανικό αντιαμερικανικό αντάρτικο συναρπάζουν τον Κάστρο δένοντας τους δύο άντρες με μια βαθιά φιλιά. Στο Μεξικό ο Κάστρο έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τους Σοβιετικούς, οι οποίοι του υπόσχονται όπλα αλλά καθυστερούν. Οι επαναστάτες όμως βιάζονται και στις 26 Νοεμβρίου 1956 μια ετερόκλητη ομάδα 81 ανδρών, που ταξιδεύουν ως την Κούβα με ένα αμερικανικό ξύλινο γιοτ, το θρυλικό «Granma» («Γιαγιάκα»!), αποβιβάζεται στους βάλτους κοντά στο Μανζανίγιο αλλά πέφτει αμέσως σε ενέδρα και αποδεκατίζεται.
Μόλις 20 αντάρτες επιζούν και καταφεύγουν στην οροσειρά Σιέρα Μαέστρα. Το λαϊκό μίσος όμως ενάντια στον Μπατίστα και στις ΗΠΑ είναι τόσο έντονο ώστε πολύ σύντομα το κίνημα του Κάστρο γιγαντώνεται και την Πρωτοχρονιά του 1959 ο δικτάτορας εγκατέλειψε τη χώρα. Η είσοδος του μόλις 32χρονου «μπαρμπούδο» (γενειοφόρου) στην ελεύθερη πια Αβάνα, στις 8 Ιανουαρίου 1959, θα μείνει γραμμένη για πάντα στη συλλογική μνήμη των Κουβανών. Στις 16 Φεβρουαρίου ο Φιντέλ ορκίζεται πρωθυπουργός. Αρχικά οι Ηνωμένες Πολιτείες- που έκαναν τα πάντα στο παρελθόν για να τον «καθαρίσουν», τηρούν αναγνωριστική στάση, αφού ο νεαρός ηγέτης αποφεύγει κάθε αναφορά στον κομμουνισμό.
Η απόφασή του να εθνικοποιήσει μέρος των τεράστιων τσιφλικιών και εγκαταστάσεων που είχαν ιδιοποιηθεί οι μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα η... διαβόητη United Fruit ήταν στην ουσία η αρχή μιας σύγκρουσης που διαρκεί ως σήμερα: τον Απρίλιο του ΄59 ταξιδεύει στις ΗΠΑ, αλλά ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ αρνείται να τον συναντήσει και- όπως ξέρουμε πια σήμερα- επεξεργάζεται ήδη σχέδια για την ανατροπή του. Απογοητευμένος ο Κάστρο υπογράφει τον Μάιο την περίφημη «Reforma Αgraria» (Αγροτική Μεταρρύθμιση), που απαγορεύει την ιδιοκτησία γης από ξένες εταιρείες, και ασπάζεται οριστικά τον κομμουνισμό και στρέφεται προς την ΕΣΣΔ και τον Νικίτα Χρουστσόφ: τον Φεβρουάριο του 1960 υπογράφεται η πρώτη συμφωνία με τους Σοβιετικούς για ανταλλαγή ρωσικού πετρελαίου με κουβανέζικη ζάχαρη, που στο μεταξύ σαπίζει στις αποθήκες λόγω του (άτυπου ακόμη αλλά όχι για πολύ) αμερικανικού εμπάργκο στις εξαγωγές της προς τις ΗΠΑ. Μόνο τον Ιούνιο του 1960, όταν ο Αϊζενχάουερ επισημοποιεί το εμπάργκο, ο Κάστρο «απαντά» με την κατάσχεση των ξένων βιομηχανικών εγκαταστάσεων: ήταν ουσιαστικά η έναρξη του «μυστικού πολέμου» ΗΠΑ και Κούβας, που κορυφώθηκε έναν χρόνο αργότερα (επί Κένεντι) με την αποτυχημένη απόβαση μισθοφόρων στον Κόλπο των Χοίρων και βέβαια με την πυραυλική κρίση του 1962, που λίγο έλειψε να οδηγήσει ολόκληρη την ανθρωπότητα στον αφανισμό. Την Πρωτομαγιά του 1961, αμέσως μετά τη μάχη της «Πλάγια Χιρόν», στην οποία έλαβε μέρος και ο ίδιος, ο Κάστρο αναγγέλλει ουσιαστικά τη στροφή του προς το μονοκομματικό σύστημα προσωπικής εξουσίας με το περίφημο «Η επανάσταση δεν έχει χρόνο για εκλογές» και στις 2 Δεκεμβρίου δηλώνει ανοιχτά τη στροφή προς τον κομμουνισμό. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία... *
Related Articles :
Για τους Κουβανούς εκείνη η Πρωτοχρονιά του 1959 σήμαινε πολύ περισσότερα από τον ερχομό ενός νέου έτους: επί έναν και πλέον αιώνα πολεμούσαν για την ανεξαρτησία τους, πρώτα ενάντια στους ισπανούς αποικιοκράτες και στη συνέχεια ενάντια στους «γιάνκηδες» της Ουάσιγκτον και στα διορισμένα από αυτούς καθεστώτα, σαν αυτό του Μπατίστα, του λοχία που έγινε δικτάτορας και κυβέρνησε την Κούβα για σχεδόν τρεις δεκαετίες. Γι΄ αυτό και, ακόμη και σήμερα, οι Κουβανοί δεν μιλούν για Πρωτοχρονιά αλλά για την «dia del triunfo de la Revolucion»- την ημέρα του θριάμβου της Επανάστασης. Και τη γιορτάζουν κατά πώς ταιριάζει στο τροπικό ταμπεραμέντο τους: με άφθονο ρούμι και μπίρα και χορό μέχρι πρωίας.
Οσοι έζησαν τη θριαμβευτική είσοδο των «μπαρμπούδος» στην πόλη λένε ότι τα συναισθήματα που ένιωσαν δεν ανταλλάσσονται με τίποτε: θαρρείς κι ένας ολόκληρος καταπιεσμένος, στρατοκρατούμενος, γονατισμένος λαός σηκώθηκε ταυτόχρονα στα πόδια του και άρχισε να χορεύει εκστασιασμένος. Δεν το περίμεναν, βλέπετε: ακόμη και ο ίδιος ο Φιντέλ και οι «κομαντάντε» του δεν πίστευαν πως μπορούσαν τόσο εύκολα να νικήσουν- όχι φυσικά τον Μπατίστα και τους θρασύδειλους, όπως αποδείχθηκε, επιτελείς του, οι οποίοι μπροστά στα δύσκολα το έβαλαν στα πόδια, αλλά τη «μαμά Αμερική» και τα εγκατεστημένα στην Κούβα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντά της: τόσο τα φανερά, αυτά των μεγάλων εταιρειών σαν την ΑΤ&Τ ή τη United Fruit, όσο και τα «υπόγεια», όπως τα μεγάλα καζίνα και τα πολυτελή μπορντέλα της μαφίας του Σικάγου, που λέγεται ότι είχε επενδύσει πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια στη βιομηχανία ακολασίας της «51ης Πολιτείας», μόλις 90 μίλια μακριά από τις ακτές των ΗΠΑ.
Μια απρόσμενη επανάσταση
Γεννημένος το 1926, νόθο παιδί ενός ισπανού μετανάστη που έκανε λεφτά στη βιομηχανία ζάχαρης, ο Φιντέλ μεγάλωσε σε μια χώρα-προτεκτοράτο όπου τίποτε δεν προμήνυε τι θα επακολουθούσε. Αλλωστε ως το 1951 ο μετέπειτα επαναστάτης ήταν στέλεχος της νεολαίας ενός κεντρώου αστικού κόμματος και έδειχνε έτοιμος για μια συμβατική πολιτική και επαγγελματική σταδιοδρομία- προοπτική που ενισχύθηκε μετά την αποφοίτησή του από τη Νομική και τον γάμο του με τη Μίρτα Ντίας, μια ευκατάστατη κοπέλα από πλούσια οικογένεια μεγαλοαστών. Τα σαλόνια όμως δεν τον χωρούσαν. Το νέο αμερικανοκίνητο πραξικόπημα του ΄52 που επανέφερε στην εξουσία τον Μπατίστα ήταν το καθοριστικό σημείο καμπής για τον Κάστρο, η σταγόνα που τον μετέτρεψε από νεαρό κεντρώο δικηγόρο σε επαναστάτη: επηρεασμένος και από τον μικρό αδελφό του, τον Ραούλ, ένθερμο κομμουνιστή, περνά στην παρανομία και έπειτα από ένα σύντομο διάστημα προπαρασκευής επιτίθεται στις 26 Ιουλίου του ΄53, εν μέσω του τοπικού Καρναβαλιού, με 135 συντρόφους του, στον στρατώνα της Μονκάδα, έξω από τη συμπρωτεύουσα Σαντιάγο, με σκοπό την ανατροπή του Μπατίστα.
Η αποτυχία της επίθεσης υπήρξε παταγώδης: οι μισοί σύντροφοί του σκοτώθηκαν στη μάχη ή εκτελέστηκαν και οι αδελφοί Κάστρο συνελήφθησαν και αντιμετώπισαν τη θανατική ποινή. Πολλοί λένε ότι η ζωή του σώθηκε χάρη σε «άνωθεν» παρεμβάσεις από την οικογένειά του και την Εκκλησία: στο δικαστήριο, πάντως, ο Φιντέλ υπερασπίστηκε τον εαυτό του με μια περίφημη ομιλία («Καταδικάστε με, δεν έχει σημασία. Η Ιστορία θα με δικαιώσει!» είπε στους δικαστές) και τελικά καταδικάστηκε σε 15 χρόνια στη «γόνιμη φυλακή», όπως την αποκαλεί, όπου ωριμάζει και η πολιτική σκέψη του.
Η Πρωτοχρονιά της ελευθερίας
Λιγότερο από δύο χρόνια αργότερα ο Μπατίστα χορηγεί γενική αμνηστία και οι αδελφοί Κάστρο φεύγουν αμέσως για το Μεξικό. Εκεί ο Φιντέλ γνωρίζεται με τον νεαρό αργεντινό γιατρό Ερνέστο «Τσε» Γκεβάρα που σύντομα εντάσσεται στην αντάρτικη ομάδα: είναι και αυτός κομμουνιστής, όπως ο Ραούλ, και οι πυρετώδεις, νεο-μπολιβαρικές ιδέες του για ένα παναμερικανικό αντιαμερικανικό αντάρτικο συναρπάζουν τον Κάστρο δένοντας τους δύο άντρες με μια βαθιά φιλιά. Στο Μεξικό ο Κάστρο έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τους Σοβιετικούς, οι οποίοι του υπόσχονται όπλα αλλά καθυστερούν. Οι επαναστάτες όμως βιάζονται και στις 26 Νοεμβρίου 1956 μια ετερόκλητη ομάδα 81 ανδρών, που ταξιδεύουν ως την Κούβα με ένα αμερικανικό ξύλινο γιοτ, το θρυλικό «Granma» («Γιαγιάκα»!), αποβιβάζεται στους βάλτους κοντά στο Μανζανίγιο αλλά πέφτει αμέσως σε ενέδρα και αποδεκατίζεται.
Μόλις 20 αντάρτες επιζούν και καταφεύγουν στην οροσειρά Σιέρα Μαέστρα. Το λαϊκό μίσος όμως ενάντια στον Μπατίστα και στις ΗΠΑ είναι τόσο έντονο ώστε πολύ σύντομα το κίνημα του Κάστρο γιγαντώνεται και την Πρωτοχρονιά του 1959 ο δικτάτορας εγκατέλειψε τη χώρα. Η είσοδος του μόλις 32χρονου «μπαρμπούδο» (γενειοφόρου) στην ελεύθερη πια Αβάνα, στις 8 Ιανουαρίου 1959, θα μείνει γραμμένη για πάντα στη συλλογική μνήμη των Κουβανών. Στις 16 Φεβρουαρίου ο Φιντέλ ορκίζεται πρωθυπουργός. Αρχικά οι Ηνωμένες Πολιτείες- που έκαναν τα πάντα στο παρελθόν για να τον «καθαρίσουν», τηρούν αναγνωριστική στάση, αφού ο νεαρός ηγέτης αποφεύγει κάθε αναφορά στον κομμουνισμό.
Η απόφασή του να εθνικοποιήσει μέρος των τεράστιων τσιφλικιών και εγκαταστάσεων που είχαν ιδιοποιηθεί οι μεγάλες αμερικανικές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα η... διαβόητη United Fruit ήταν στην ουσία η αρχή μιας σύγκρουσης που διαρκεί ως σήμερα: τον Απρίλιο του ΄59 ταξιδεύει στις ΗΠΑ, αλλά ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ αρνείται να τον συναντήσει και- όπως ξέρουμε πια σήμερα- επεξεργάζεται ήδη σχέδια για την ανατροπή του. Απογοητευμένος ο Κάστρο υπογράφει τον Μάιο την περίφημη «Reforma Αgraria» (Αγροτική Μεταρρύθμιση), που απαγορεύει την ιδιοκτησία γης από ξένες εταιρείες, και ασπάζεται οριστικά τον κομμουνισμό και στρέφεται προς την ΕΣΣΔ και τον Νικίτα Χρουστσόφ: τον Φεβρουάριο του 1960 υπογράφεται η πρώτη συμφωνία με τους Σοβιετικούς για ανταλλαγή ρωσικού πετρελαίου με κουβανέζικη ζάχαρη, που στο μεταξύ σαπίζει στις αποθήκες λόγω του (άτυπου ακόμη αλλά όχι για πολύ) αμερικανικού εμπάργκο στις εξαγωγές της προς τις ΗΠΑ. Μόνο τον Ιούνιο του 1960, όταν ο Αϊζενχάουερ επισημοποιεί το εμπάργκο, ο Κάστρο «απαντά» με την κατάσχεση των ξένων βιομηχανικών εγκαταστάσεων: ήταν ουσιαστικά η έναρξη του «μυστικού πολέμου» ΗΠΑ και Κούβας, που κορυφώθηκε έναν χρόνο αργότερα (επί Κένεντι) με την αποτυχημένη απόβαση μισθοφόρων στον Κόλπο των Χοίρων και βέβαια με την πυραυλική κρίση του 1962, που λίγο έλειψε να οδηγήσει ολόκληρη την ανθρωπότητα στον αφανισμό. Την Πρωτομαγιά του 1961, αμέσως μετά τη μάχη της «Πλάγια Χιρόν», στην οποία έλαβε μέρος και ο ίδιος, ο Κάστρο αναγγέλλει ουσιαστικά τη στροφή του προς το μονοκομματικό σύστημα προσωπικής εξουσίας με το περίφημο «Η επανάσταση δεν έχει χρόνο για εκλογές» και στις 2 Δεκεμβρίου δηλώνει ανοιχτά τη στροφή προς τον κομμουνισμό. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία... *
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ