Αχέρων
Ο Αχέρων είναι ποταμός της Ηπείρου που πηγάζει από τα Σουλιώτικα όρη και εκβάλλει στο Ιόνιο πέλαγος. Τα νερά του για να καταλήξουν στη θάλασσα περνούν μέσα από τα Στενά ή Κλεισούρα ή φαράγγι του Αχέροντα, όπως συνήθως αποκαλείται. Ο Κωκητός και ο Πυριφλεγέθοντας είναι οι παραπόταμοι του, ενώ στα σπλάχνα του Αχέροντα χύνεται και ο Τσαγγαριώτικος χείμαρρος, ερχόμενος από το Σούλι.
Η καρυδιά, η αγριοτριανταφυλλιά, η βελανιδιά, η δάφνη, το πεύκο, το κυπαρίσσι και ο σχίνος είναι μερικά από τα πολλά είδη βλάστησης που συνθέτουν το φυσικό περιβάλλον του φαραγγιού του Αχέροντα. Πολλά επίσης είδη της πανίδας, όπως ο χρυσαετός, ο σκαντζόχοιρος, ο ασβός, η αλεπού και ο λαγός βρίσκουν καταφύγιο στα πυκνά του δάση.
Αν και στη νεότερη ιστορία του ο ποταμός έχει ταυτιστεί με το Σούλι, ωστόσο, τα μυστηριώδη του σπήλαια, τα θολά του νερά και η πορεία του ανάμεσα στις επικίνδυνες και σκοτεινές χαράδρες, εξήραν τη φαντασία των αρχαίων μας προγόνων, οι οποίοι τον ταύτισαν με τον Άδη και τον θεώρησαν την κύρια οδό προς αυτόν. Εξάλλου η ίδια η λέξη Αχέρων δεν είναι τυχαία αφού τα συνθετικά της ,΄΄αχέα ρέων΄΄, δηλώνουν αυτόν που φέρνει τις πίκρες και τα δάκρυα.
Σύμφωνα με την αρχαία παράδοση λοιπόν, ο Αχέρων κατέληγε στην Αχερουσία, λίμνη που ήταν ιδιαιτέρως παγερή, χωρίς ίχνος ζωής γύρω της. Τις Πύλες του Άδη φρουρούσε ο άγριος και άσπλαχνος σκύλος Κέρβερος που είχε τρία κεφάλια, χαίτη από φίδια και αγκαθωτή ουρά. Ο βαρκάρης-χάροντας παραλάμβανε τις ψυχές των νεκρών και τις μετέφερε με τη βάρκα του στον Κάτω Κόσμο. Το αντίτιμο για το ταξίδι στον Άδη ήταν ένας οβολός, γι' αυτό και οι αρχαίοι Έλληνες ενταφίαζαν τους νεκρούς τους με το αντίστοιχο ποσό. Η ψυχή που δεν μπορούσε να πληρώσει ήταν καταδικασμένη να περιπλανιέται και να βασανίζεται αιώνια στις όχθες του ποταμού. Εκτός από τον Αχέροντα, στον Άδη οδηγούσαν ο Κωκυτός και ο Πυριφλεγέθοντας, οι οποίοι συμβόλιζαν τα μαρτύρια που περνούσε μια ψυχή όταν κατέβαινε στον Άλλο Κόσμο.
Ταυτισμένος λοιπόν ο ποταμός και κυρίως το φαράγγι του με τις Πύλες του Άδη, αλλά και το Σούλι, συνθέτει ένα τοπίο μεγάλης οικολογικής και ιστορικής αξίας. Μυθολογία και φυσικό περιβάλλον μετατρέπουν τον Αχέροντα σε μια από τις πιο όμορφες γωνιές της πατρίδας μας, που σίγουρα αξίζει να επισκεπτούμε.
Αλφειός
Ο Αλφειός, ένα από τα μεγαλύτερα ποτάμια της Ελλάδας, βρίσκεται στη δυτική Πελοπόννησο. Ορμητικός και πλούσιος διασχίζει την Αρκαδική γη έως ότου ξεχυθεί 120 χιλιόμετρα δυτικά, μέσα από την Ηλεία, στο Ιόνιο. Για μεγάλη διαδρομή αποτελεί το φυσικό σύνορο της Αρκαδίας με την Ηλεία, ενώ δέχεται τα νερά πολλών χειμάρρων: του Ελισσώνα, του Λούσιου, του Λάδωνα, του Ερύμανθου και του Κλαδέου.
Η υδρόβια γνωριμία με το φαράγγι του Αλφειού ξεκινά από το γεφύρι του Ατσίχολου, ενώ ο ποταμός σχηματίζεται σε δύο σημεία του φαραγγιού με πρώτο αυτό που ξεκινάει από την Καρύταινα και δεύτερο αυτό που ξεκινάει μετά τη γέφυρα του Κούκου και που συνεχίζει ως το Παλαιόκαστρο.
Τις φυσικές ομορφιές και τα μοναδικά τοπία του Αλφειού φαίνεται να απολαμβάνουν μόνο "οι ακτιβιστές" του νερού και της φύσης. Ο ποταμός δεν είναι προσβάσιμος για τους απλούς πεζοπόρους και έτσι την μοναδικότητά του ανακαλύπτουν μόνο όσοι έχουν την τόλμη αλλά και τον κατάλληλο εξοπλισμό.
Η πρώτη διαδρομή για ράφτιγκ και καγιάκ ξεκινάει από το γεφύρι του Ατσίχολου. Έχοντας ως "ασπίδες" προστασίας ειδικό κράνος, σωσίβιο, στολή και παπούτσια, οι λάτρεις της φύσης, της εξερεύνησης, αλλά και της περιπέτειας ξεκινούν για τη μαγευτική διαδρομή. Κατεβαίνουν τα νερά του Λούσιου, εντυπωσιάζονται από την τεράστια ποταμίσια πεδιάδα που σχηματίζει ο Ελισσώνας και ο Λάδωνας στη θέση Τριποταμιά, ενώ πλησιάζοντας στο κοίλωμα του Δραγουμανέϊκου ρέματος απ' όπου ξεπηδούν καταρράκτες, θαμπώνονται από την ποικιλία χρωμάτων και ήχων. Λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω η φύση εξακολουθεί να ξεδιπλώνει τον ανεξάντλητο πλούτο της. Μέσα από πυκνά πλατάνια κατά μήκος του στενού παραπόταμου, ο επισκέπτης φτάνει στον καταρράκτη του Βρόντου.
Τις εναλλαγές του τοπίου, όπου τα στενά περάσματα, τους βράχους και τα ορμητικά νερά διαδέχονται οι λίμνες και οι μικρές παραλίες, συνοδεύει και η μυθολογία από το μακρινό παρελθόν. Έτσι λοιπόν κατά το Στράβωνα, το ποτάμι ονομάστηκε Αλφειός επειδή θεράπευε τη λέπρα, ενώ αλφός στην αρχαιότητα ονομαζόταν μια μορφή της συγκεκριμένης αρρώστιας. Γιος του Ωκεανού, λατρεύονταν από τους θνητούς ως θεός της γονιμότητας, η τύχη όμως δεν ήταν με το μέρος του. Ερωτεύτηκε ματαίως την Αρτέμιδα και στη συνέχεια τη νύφη Αρεθούσα, η οποία θέλοντας να τον αποφύγει έφυγε για την Ορτυγία και μεταμορφώθηκε σε πηγή! Τότε ο Αλφειός έγινε κι αυτός ποτάμι για να περάσει τη θάλασσα και να ενωθεί με τα νερά του μεγάλου του έρωτα, της πηγής Αρεθούσας.
Ο Αλφειός προσωποποιήθηκε και η μορφή του έφτασε ως εμάς σε ρωμαϊκά ψηφιδωτά, όπως εκείνο που βρίσκεται στο μουσείο της Αντιόχειας καθώς και εκείνο που βρίσκεται στο Ελληνο-Ρωμαϊκό μουσείο της Αλεξάνδρειας και απεικονίζεται μαζί με την Αρεθούσα.
Ο συνδυασμός της άγριας φύσης και της μυθολογίας αλλά και η Ελληνορθόδοξη παράδοση που από την πλευρά της Ηλείας αναβιώνει μέσα από το πρώτο ασκηταριό, κάνουν τον Αλφειό ένα μοναδικό τόπο που προτρέπει το σύγχρονο άνθρωπο να τον επισκεφτεί και να πει "ναι" στις προκλήσεις.
Νέδα
Το φαράγγι της Νέδας, το οποίο διασχίζει κι ο ομώνυμος ποταμός, αποτελεί μια σπάνια και συνάμα ανεξερεύνητη μέχρι πρόσφατα γωνιά της Ελληνικής φύσης. Οι συνεχείς εναλλαγές του τοπίου, η πλούσια βλάστηση, οι τεράστιες ποταμίσιες πέτρες μέσα στα ανοιχτοπράσινα νερά κι οι επιβλητικοί βράχοι, κάνουν το πέρασμά της αληθινή πρόκληση, αλλά και απόλαυση για τον επισκέπτη. Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες το φαράγγι γίνεται προσπελάσιμο και η ζωή φαίνεται να ξαναπαίρνει χρώματα και ήχους. Το τοπίο "αιχμαλωτίζει" τις αισθήσεις και τα συναισθήματα και ξαναζωντανεύει το μύθο, τότε που η Νέδα ήταν Νύφη, θεότητα των νερών, που κοντά της μεγάλωσε ο Δίας, προστατευόμενος από την οργή του πατέρα του Κρόνου.
Η Νέδα πηγάζει από το όρος Λύκαιο, κοντά στο χωριό Πέτρα, στα ορεινά της Μεσσηνίας πολύ κοντά στην Ανδρίτσαινα. Τα νερά της, ύστερα από 32 χιλιόμετρα φυσικής ομορφιάς που αποτελούν τα φυσικά όρια των νομών Ηλείας-Μεσσηνίας, συναντούν το Ιόνιο στη θέση Ελαία, λίγο έξω από την Κυπαρισσία.
Ο πεζοπόρος διασχίζοντας το φαράγγι, το γεμάτο πλατάνια, αγριοβελανιδιές, συκιές και πουρνάρια, συναντά δύσκολα σημεία που άλλοτε μετατρέπονται σε ήρεμα περάσματα και άλλοτε στενεύουν και χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή! Τα νερά του ποταμού, που απαιτούν ιδιαίτερη εμπειρία και τόλμη, ηρεμούν ξαφνικά έως τους καταρράκτες, οι οποίοι κυλούν από την πλευρά της Ηλείας. Οι καταρράκτες- συνολικά τρεις σε διάφορα σημεία της πορείας - καταλήγουν σε μικρές κολυμπήθρες, όπου η διαύγεια και οι τυρκουάζ χρωματισμοί του νερού εντυπωσιάζουν. Σε μια πλαγιά "κρέμεται" το κατάλευκο εκκλησάκι της Παναγίας και λίγο πιο πάνω η εσοχή, όπου σύμφωνα με την παράδοση βρέθηκε η θαυματουργή εικόνα.
Λίγο πιο κάτω βρίσκεται το Στόμιο, μια μεγάλη σπηλιά μοναδικής ομορφιάς, απ' όπου περνούν τα νερά του ποταμού, μέχρι να καταλήξουν στον παραπόταμο Πάμισσο, στην περιοχή Λεμονιά. Από εκεί ο πεζοπόρος έχει τη δυνατότητα να επιλέξει δύο διαδρομές συγκλονιστικού φυσικού κάλλους. Βαδίζοντας από την πλευρά της Ηλείας παράλληλα με το ποτάμι και ύστερα από 1 1/2 περίπου ώρα διαδρομής μέσα σε ένα άγριο πευκοδάσος φτάνει στα νερά του Ιονίου, στη θέση Πρασιδάκι. Αντίστοιχα από την πλευρά της Μεσσηνίας καταλήγει στην Ελαία, αφού περάσει από τα χωριά Καρνιές και Φόνισσα.
Λίγα χιλιόμετρα ανατολικά από το Στόμιο βρίσκεται η σημερινή Φιγαλία. Οι θρύλοι και οι παραδόσεις ήθελαν τους νέους του γειτονικού βασιλείου της να λούζονται στα νερά της Νέδας για να αποκτήσουν δύναμη, ενώ η Ιστορία αναφέρει ότι οι Φιγαλείς, λαός του Πελασγού βασιλιά Φίγαλου, είχαν τέτοια δύναμη, ώστε έστειλαν καράβια στον Τρωικό πόλεμο.
Στο φαράγγι της Νέδας ο άνθρωπος ανακαλύπτει για άλλη μια φορά τη μαγεία της φύσης και την απόλυτη αρμονία του περιβάλλοντος. Καλείται επίσης να υπερασπιστεί ένα ακόμη κομμάτι της κληρονομιάς όχι μόνο του Ελληνικού, αλλά και του παγκόσμιου φυσικού πλούτου, που όμως φαίνεται να κινδυνεύει! Οι επιτήδειοι δεν συγκινούνται, ενώ οι αρχές αδιαφορούν. Με το πρόσχημα της αξιοποίησης του φαραγγιού η νομαρχία της Μεσσηνίας επέτρεψε την καταστροφή τμήματος του δάσους Βαλανιδιάς, καθώς και τη ρίψη χιλιάδων τόνων μπαζών σε αυτό από τη διάνοιξη του δρόμου. Τα αποτελέσματα αυτής της ενέργειας, θα είναι η ολοκληρωτική καταστροφή της περιοχής, σε περίπτωση που οι δυνατές βροχές μεταφέρουν τα μπάζα ως το σημείο εξόδου του νερού, μέσα από το Στόμιο!
Αχελώος
Στην Δυτική Στερεά Ελλάδα, από την καρδιά της νότιας Πίνδου, ψηλά στα κορφοβούνια της ξεπηδάει ο Αχελώος, ο παντοδύναμος και ιδιαίτερης ζωτικής σημασίας για την εξέλιξη της δυτικής Ελλάδος, ποταμός. Οι ονομασίες του ποικίλλουν, όπως ακριβώς και οι φυσικές του ομορφιές. Κατά το Στράβωνα ο ποταμός ονομαζόταν παλαιότερα Θόας. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας πήρε το όνομα Άσπρος ή Ασπροπόταμος, ενώ η νεότερη ονομασία του προέρχεται ίσως από τα άσπρα χαλίκια που γεμίζουν την κοίτη του ή την άσπρη λάσπη που κατεβάζει. Ωστόσο, η επικρατέστερη ερμηνεία για το όνομα Αχελώος αποδέχεται ως πρώτο συνθετικό του τη ρίζα ΄΄-άχ-΄΄ ή τη λέξη ΄΄-άχα-΄΄ που σημαίνει νερό και το συγκριτικό επίθετο ΄΄λώων΄΄ που σημαίνει καλύτερος ή ποσοτικά μεγαλύτερος.
Η περιοχή του Ασπροποτάμου ανήκει διοικητικά στο νομό Τρικάλων. Στις πλαγιές του βρίσκονται σκαρφαλωμένα 18 χωριά. Το Χαλίκι, η Ανθούσα, το Περτούλι, το Νεραϊδοχώρι κι ο Άγιος Νικόλαος είναι μερικά από αυτά, κάθε ένα από τα οποία έχει τη δική του αρχιτεκτονική, το δικό του ιδιαίτερο φυσικό κάλλος και τη δική του μοναδική ιστορία.
Οι κορυφές του Αχελώου είναι χιονισμένες μέχρι τον Ιούλιο, ενώ οι απότομες και πυκνά δασωμένες πλαγιές του είναι κατακερματισμένες από στενά φαράγγια, ρεματιές χαράδρες και χείμαρρους. Τις πλαγιές στα μεγαλύτερα υψόμετρα σκεπάζουν σκοτεινά δάση ελάτης, ενώ στα χαμηλότερα κυριαρχούν τα πλατάνια, οι ιτιές και τα κλήθρα.
Οι σκίουροι, τα κουνάβια, οι φιδαετοί, και οι νεροκότσυφες είναι μερικά από τα ζώα που φωλιάζουν κοντά στον ποταμό. Στην περιοχή του Άνω Αχελώου και συγκεκριμένα βόρεια από το Περτούλι και βόρεια από την Ανθούσα έχει εντοπιστεί μόνιμη παρουσία αρκούδων, ενώ τα ζαρκάδια και τα αγριογούρουνα έχουν μειωθεί εξαιτίας της λαθροθηρίας. Στο υδάτινο σύστημα του Άνω Αχελώου η πέστροφα είναι το κυρίαρχο είδος, ενώ στο τμήμα του Αχελώου από την Μεσοχώρα ως το φράγμα του Στράτου υπάρχουν και άλλα 16 είδη ψαριών.
Μετά τη Μεσοχώρα, ο Αχελώος αποτελεί το φυσικό όριο των νομών Άρτας και Καρδίτσας και νοτιότερα το σύνορο των νομών Ευρυτανίας και Αιτωλοακαρνανίας. Μετά το γεφύρι της Τέμπλας, ο ποταμός χάνεται στα νερά 3 τεχνητών λιμνών, των Κρεμαστών, του Καστρακίου και του Στράτου.
Ο Άσπρος, άλλοτε ήρεμος κι άλλοτε μανιασμένος, άλλοτε πάλι μέσα από τις βουνοκορφές της Πίνδου ή τα γραφικά χωριά της Ευρυτανίας, κυλά αιώνες τώρα προκαλώντας θαυμασμό, αλλά και δέος. Από ιστορικά στοιχεία προκύπτει ότι λατρεύονταν σαν θεός ιδιαίτερα στην αρχαία Ακαρνανία, ενώ η πάλη με τον Ηρακλή υποδήλωνε την προσπάθεια των ανθρώπων να ελέγξουν και να υποτάξουν την ανεξέλεγκτη πολλές φορές δύναμη του.
Στις μέρες μας οι ρόλοι φαίνεται να έχουν αντιστραφεί. Η κυριαρχία του σύγχρονου ανθρώπου πάνω στη φύση είναι πλέον η απειλή για τον Αχελώο. Εξαιτίας της αδιάκοπης βόσκησης και της εύκολης πρόσβασης στα μεγάλα υψόμετρα, η βλάστηση υποβαθμίζεται. Οι ανορθόδοξοι επίσης μέθοδοι αλιείας με χημικές ουσίες και δηλητηριώδη φυτά, καθώς και τα δηλητηριασμένα δολώματα κτηνοτρόφων, παραβιάζουν το οικοσύστημα και μειώνουν τους κρίκους της τροφικής αλυσίδας. Εντούτοις, ο Αχελώος εξακολουθεί να παραμένει πηγή πλούτου για τους Έλληνες και η σωστή αξιοποίηση των υδάτων του γεννά την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ