Από τη λαίλαπα τών «μνημονιακών» νόμων, οι οποίοι, καθ’υπόδειξη τών δανειστών μας, ψηφίζονται από το 2010 στη Βουλή, καταργώντας εργατικά και άλλα δικαιώματα τής μεγάλης πλειοψηφίας τών πολιτών και επιβάλλοντας φόρους, έμμεσους και άμεσους, δεν «ξέφυγε» και ο χώρος τής Δικαιοσύνης. Συγκεκριμένα, κυρίως με το Ν. 4055/2012, ο οποίος, στο μεγαλύτερο μέρος του, εφαρμόζεται από την 2-4-2012, εμποδίζεται η πρόσβαση τού πολίτη στη Δικαιοσύνη, διά τής περαιτέρω, και μάλιστα μεγάλης, αυξήσεως τού κόστους αυτής τής προσβάσεως. Παράλληλα, ενώ σ’αυτόν το νόμο προβλέπεται η επιτάχυνση τών διαδικασιών απονομής τής Δικαιοσύνης, ωστόσο, δεν εξασφαλίζεται, το μεν η ποιότητα τής αποδιδόμενης Δικαιοσύνης, το δε αυτή καθ’αυτή η ταχύτητα στην απονομή της, διότι δεν επιλύονται σοβαρά προβλήματα, τόσο ως προς το ανθρώπινο δυναμικό (ποσότητα και ποιότητα), όσο και ως προς την υλικοτεχνική υποδομή.
Εν ολίγοις, πρόκειται για ένα πρόχειρο, από κάθε άποψη, νομοθέτημα, το οποίο καθιστά τη Δικαιοσύνη ένα αγαθό πολυτελείας, στο οποίο θα έχουν πρόσβαση μόνο οι πλούσιοι συμπολίτες μας, χωρίς μάλιστα να είναι εξασφαλισμένη η ποιότητα αυτού τού αγαθού. Είναι δε προφανές, ότι οι εμπνευστές αυτού τού νόμου είχαν και έχουν ως βασικό στόχο να αυξήσουν τα έσοδα τού κράτους προς αποκλειστικό, όμως, όφελος τών δανειστών τής χώρας (προηγείται η αποπληρωμή τού χρέους). Ενδεικτικό προς τούτο είναι και το γεγονός, ότι στο Υπουργείο Οικονομικών υφίσταται Διεύθυνση «Παρακολούθησης Νομικών Υποθέσεων Ελέγχου και Αναγκαστικής Είσπραξης», καθώς και τμήμα Δ΄ περί «Αξιολόγησης Δικαστικών Αποφάσεων», τα οποία εκδίδουν εγκυκλίους σε σχέση με την ψήφιση και εφαρμογή νόμων, οι οποίοι αφορούν στη Δικαιοσύνη, όπως ο Ν. 4055/2012 (βλ. την ΠΟΛ.: 1129/28-05-2012, αλλά και την παλαιότερη ΠΟΛ.: 1192/2011).
Στο βωμό, λοιπόν, τής εξυπηρετήσεως τών δανειστών τής χώρας, θυσιάζονται συμπολίτες μας, οι οποίοι ήδη δεν έχουν ή δεν θα έχουν στο άμεσο μέλλον την οικονομική δυνατότητα να προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη, πολλώ δε μάλλον, όταν αδικούνται από την εφαρμογή τής πολιτικής τών «μνημονίων». Αυτή δε η πρόσφατη αύξηση τού κόστους τής Δικαιοσύνης προσετέθη σε προηγηθείσες επιβαρύνσεις αυτού τού κόστους κατά τη διάρκεια εφαρμογής τών «μνημονιακών» πολιτικών από το έτος 2010. Συγκεκριμένα, είχε προηγηθεί η επιβολή ΦΠΑ 23% στην παροχή υπηρεσιών τών δικηγόρων προς τούς πελάτες τους (62 παρ. 2 και 3 τού Ν. 3842/2010), αλλά και η αύξηση τού κόστους παραστάσεως τών δικηγόρων ενώπιον τών δικαστικών και εισαγγελικών αρχών (άρθρο 10 τού Ν. 4043/2012).
Εξίσου εξοργιστικό είναι το γεγονός, ότι οι εμπνευστές τού Ν. 4055/2012 τού έδωσαν τον βαρύγδουπο και εν πολλοίς παραπλανητικό τίτλο «Δίκαιη δίκη και εύλογη διάρκεια αυτής». Πλην όμως, βασική αρχή τής δίκαιης δίκης, όπως αυτή προσδιορίζεται στο άρθρο 6 τής Ε.Σ.Δ.Α. και έχει εξειδικευθεί από αποφάσεις τού Ε.Δ.Δ.Α., είναι η εύκολη πρόσβαση τού πολίτη στη Δικαιοσύνη. Πώς, όμως, διευκολύνεται αυτή η πρόσβαση, όταν ο πολίτης, πέραν τής αμοιβής τού δικηγόρου του, στην οποία προστίθεται και ΦΠΑ 23%, καλείται να καταβάλλει υπέρ τού δημοσίου μεγάλα χρηματικά ποσά, τα οποία δύνανται να προσαυξάνονται με αποφάσεις τών συναρμοδίων Υπουργών; Είναι, λοιπόν, προφανές, ότι τα περί δίκαιης δίκης, που αναφέρονται στον τίτλο τού νόμου, συνιστούν εμπαιγμό τού πολίτη. Αυτές δε οι αυξήσεις παραβιάζουν και τη συνταγματική αρχή τής ισότητας (άρθρα 4 παρ. 1-2 και 20 τού Συντάγματος), διότι, για μεν τον πλούσιο συμπολίτη μας η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη εξακολουθεί να είναι εφικτή, για δε τον πτωχό συμπολίτη μας η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη είναι, τουλάχιστον, δυσχερής, εάν όχι απαγορευτική.
Σε κάθε περίπτωση, είναι αυτονόητο, ότι κάθε περαιτέρω αύξηση τού κόστους προσβάσεως στη Δικαιοσύνη, όχι μόνο θίγει την πλειοψηφία τών συμπολιτών μας, αλλά και «εξοντώνει» τη μεγάλη πλειοψηφία τών συναδέλφων μας. Οι πολίτες, οι οποίοι αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και αποτελούν πλέον την πλειοψηφία τού λαού, αδυνατούν να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη και, ως εκ τούτου, δεν ζητούν τη συνδρομή δικηγόρου (αυτό είναι ήδη εμφανές κυρίως στις ποινικές υποθέσεις). Η δε αδυναμία προσφυγής στη Δικαιοσύνη θα αυξήσει την πλήρη κατάργηση τού κράτους δικαίου, την κοινωνική αδικία, την κοινωνική αποσύνθεση, καθώς και την αύξηση τών φαινομένων αυτοδικίας.
Σε όλα αυτά τα διαλυτικά φαινόμενα οφείλουμε να αντισταθούμε. Δυστυχώς, οι μεγάλοι δικηγορικοί σύλλογοι τής χώρας, με προεξάρχοντα τον Δ.Σ.Α., αρκούνται σε «χλιαρές» διαμαρτυρίες με την έκδοση κοινότυπων ανακοινώσεων, οι οποίες μάλιστα εκδίδονται, κατά κανόνα, εκ τών υστέρων και με καθυστέρηση. Ουσιαστικώς, έχει παγιωθεί ένα καθεστώς ανοχής, σιωπής και αποφυγής έγκαιρης ενημέρωσης τών συναδέλφων μας και τών συμπολιτών μας για όσα πρόκειται να γίνουν και για όσα γίνονται σε βάρος μας και σε βάρος τών συμπολιτών μας. Ο Δ.Σ.Α και οι δικηγορικοί σύλλογοι Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, όφειλαν να έχουν αντιδράσει εντόνως και μεθοδικώς σε όλους αυτούς τούς αντικοινωνικούς, αντιλαϊκούς και αντιδικηγορικούς νόμους και να έχουν λειτουργήσει κατ’αρχήν αποτρεπτικά και στη συνέχεια ανατρεπτικά. Αντίδραση δενσημαίνει αναγκαστικά και αποκλειστικά αποχή τών δικηγόρων από τα καθήκοντά τους. Σημαίνει, κατά κύριο λόγο, συνεχή και πλήρη ενημέρωση τών δικηγόρων και όλων τών πολιτών για όσα επίκεινται και όσα γίνονται σε βάρος μας και εν αγνοία μας, ώστε να δημιουργηθεί ένα ενιαίο και μεγάλο κοινωνικό μέτωπο σε βάρος τής ακολουθούμενης πολιτικής, το οποίο και θα την ανατρέψει, με κοινωνικούς αγώνες, αλλά και με την ψήφο του στις όποιες εκλογικές διαδικασίες (εθνικές ή τοπικές εκλογές, εκλογές στα συνδικαλιστικά όργανα, κλπ).
Έπρεπε αυτοί οι μεγάλοι Δικηγορικοί Σύλλογοι τής χώρας, με προεξάρχοντα τον Δ.Σ.Α., «να βγουν στην κοινωνία», να κάνουν εκστρατεία ενημερώσεώς της, αλλά και να προσφεύγουν διαρκώς στη Δικαιοσύνη για την ακύρωση αντισυνταγματικών νόμων (τί έπραξαν άραγε για τον περιβόητο αντισυνταγματικό εκλογικό νόμο, ο οποίος προβλέπει bonus 50 βουλευτών στο όποιο πρώτο κόμμα, αλλοιώνοντας τη λαϊκή βούληση ακόμη και στο τοπικό επίπεδο τών εκλογικών περιφερειών με τις περίφημες «καραμπόλες»;). Η πληροφόρηση και η γνώση είναι πολλαπλασιαστική δύναμη. Οι ενημερωμένοι πολίτες είναι σε θέση να αντιδράσουν και μάλιστα συλλογικά και προς την ορθή κατεύθυνση. Αντιθέτως, οι ανενημέρωτοι πολίτες δεν αντιδρούν και είναι επιρρεπείς στην καλλιέργεια φόβου και στην παραπληροφόρηση, αλλά και όταν τυχόν αντιδρούν, αντιδρούν σπασμωδικά, ανοργάνωτα και προς τη λάθος κατεύθυνση. Ποία, λοιπόν, συστηματική και πλήρη ενημέρωση έκαναν ή κάνουν οι μεγάλοι Δικηγορικοί Σύλλογοι τής χώρας και ιδίως ο Δ.Σ.Α.; Άπαντες οι πρόεδροί τους και η συντριπτική πλειοψηφία τών μελών τών Διοικητικών Συμβουλίων τους απουσίασαν και απουσιάζουν από τα μέσα μαζικής ενημερώσεως (π.χ. τηλεοπτικά κανάλια, ραδιοφωνικοί σταθμοί και εφημερίδες). Αυτοί δε οι μεγάλοι Δικηγορικοί Σύλλογοι πρωτοστατούν, άμεσα ή έμμεσα, στη διάσπαση τού ενιαίου αγώνα όλων τών δικηγόρων τής χώρας.
Παραθέτουμε, λοιπόν, στα βασικά σημεία του, το νέο «τιμοκατάλογο» τής Δικαιοσύνης κατά κλάδο δικαίου:
Α.- ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
1. Ο πολίτης, ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει το ένδικο μέσο τής εφέσεως, τής αναιρέσεως και τής αναψηλαφήσεως, υποχρεούται πλέον να καταθέσει παράβολο ποσού 200, 300και 400 ευρώ, αντιστοίχως (άρθρο 12 παρ. 2 τού Ν. 4055/2012). Πριν το Ν. 4055/2012 δεν απαιτείτο το παραμικρό ποσό.
2. Ο πολίτης, ο οποίος επιθυμεί να ζητήσει την εξαίρεση κάποιου ή κάποιων δικαστών, υποχρεούται πλέον να συνοδεύσει την αίτησή του με παράβολο 100 ευρώ (άρθρο 6 παρ. 3 τού Ν. 4055/2012). Πριν το Ν. 4055/2012 δεν απαιτείτο το παραμικρό ποσό.
3. Με το άρθρο 6 παρ. 9 τού Ν. 4055/2012 περιορίζονται οι περιπτώσεις, τις οποίες καλύπτει το τυχόν χορηγούμενο ευεργέτημα πενίας. Συγκεκριμένα, ενώ πριν το ευεργέτημα πενίας κάλυπτε την αμοιβή τών δικηγόρων και τα δικαιώματα τών πραγματογνωμόνων, με το νέο νόμο δεν καλύπτονται πλέον τα δικαιώματα τών πραγματογνωμόνων και, ενδεχομένως, τών δικηγόρων (υπάρχει ασάφεια ως προς τούς δικηγόρους, καθότι πριν υπήρχε σαφής αναφορά τους στο άρθρο 199 τού ΚΠολΔ).
4. Με το άρθρο 12 παρ. 3 τού Ν. 4055/2012 υποχρεούται ο πληρεξούσιος δικηγόρος τού διαδίκου, ο οποίος επιθυμεί να επισπεύσει την εκδίκαση τής υποθέσεώς του στον Άρειο Πάγο, να καταθέσει συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο τού εντολέα του. Αυτό συνεπάγεται μία πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση τού επισπεύδοντος διαδίκου (έξοδα για συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο).
Β.- ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ & ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
1. Ως προς τα απολύτως κατ’έγκληση αδικήματα, για να υποβάλλει ο πολίτης μία έγκληση πρέπει να υποβληθεί στα ακόλουθα έξοδα:
- Παράβολο 100 ευρώ για την κατάθεση τής εγκλήσεως (άρθρο 28 παρ. 1 τού Ν. 4055/2012).
- Παράβολο 50 ευρώ για την παράσταση πολιτικής αγωγής.
- Μεγαρόσημο 3 ευρώ (άρθρο 10 περ. ε΄ τού Ν. 4043/2012).
- Ένσημο Ταμείου Προνοίας 0,60 λεπτά.
- Ένσημο Ταμείου Νομικών 0,01 λεπτά.
- Μεγαρόσημο 3 ευρώ για την υποβολή αίτησης προς λήψη αντιγράφου τής κατατεθείσας εγκλήσεως (άρθρο 10 περ. ε΄ τού Ν. 4043/2012).
- Μεγαρόσημο 2 ευρώ για το αντίγραφο τής κατατεθείσας εγκλήσεως (άρθρο 10 περ. ζ΄ τού Ν. 4043/2012).
- Έξοδα για τις ένορκες βεβαιώσεις τών προταθέντων μαρτύρων, οι οποίες απαιτούνται πλέον με την υποβολή τής εγκλήσεως (άρθρο 28 παρ. 4 τού Ν. 4055/2012).
2. Ο πολίτης – εγκαλών, ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει προσφυγή κατά απορριπτικής τής εγκλήσεώς του εισαγγελικής διατάξεως, υποχρεούται πλέον να καταθέτει παράβολο300 ευρώ (άρθρο 28 παρ. 4 τού Ν. 4055/2012). Πριν το Ν. 4055/2012 δεν απαιτείτο το παραμικρό ποσό.
3. Ο πολίτης – κατηγορούμενος, ο οποίος επιθυμεί να ασκήσει προσφυγή κατά κλητηρίου θεσπίσματος, υποχρεούται πλέον να καταθέτει παράβολο 300 ευρώ (άρθρο 33 παρ. 3 τού Ν. 4055/2012). Πριν το Ν. 4055/2012 δεν απαιτείτο το παραμικρό ποσό.
4. Με το άρθρο 20 παρ. 2 εδ. α΄ τού Ν. 4058/2012 προβλέπεται προσαύξηση 97% στις χρηματικές ποινές και στην μετατροπή τών ποινών.
Γ.- ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗ ΔΙΚΗ
1. Τροποποίηση τού Ν. 3900/2010: Για να παραπεμφθεί, κατόπιν αιτήματος διαδίκου, ένα ένδικο μέσο ή βοήθημα, από τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, στο ΣτΕ απαιτείταινα συνοδεύεται το αίτημα αυτό, επί ποινή απαραδέκτου, από παράβολο 300 ευρώ(άρθρο 40 παρ. 1 τού Ν. 4055/2012). Στις εκκρεμείς υποθέσεις ενώπιον τών τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, οι οποίες δεν παραπέμφθηκαν στο ΣτΕ και ανεστάλησαν, εάν, μετά την έκδοση αποφάσεως από το ΣτΕ για αντίστοιχη διαφορά, οι διάδικοι, οι οποίοι θίγονται από αυτήν την απόφαση, εμμείνουν να εισαχθεί η υπόθεσή τους στο ακροατήριο τού τακτικού διοικητικού δικαστηρίου και το δικαστήριο υιοθετήσει την απόφαση τού ΣτΕ, τότε επιβάλλονται στους ηττηθέντες διαδίκους τα διπλάσια δικαστικά έξοδα (άρθρο 40 παρ. 2 τού Ν. 4055/2012).
2. Τροποποίηση τού Π.Δ. 18/1989: Με το νέο νόμο (άρθρο 41 τού Ν. 4055/2012) προβλέπεται υποχρέωση τού διαδίκου και τού πληρεξουσίου δικηγόρου του να περιέχουν στο κατατεθέν δικόγραφο και μία συνοπτική έκθεση τών τιθεμένων νομικών ζητημάτων μέχρι διακόσιες λέξεις! Όποιος διάδικος δεν τηρήσει αυτήν την υποχρέωση και ηττηθεί το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να τού επιβάλει αυξημένη δικαστική δαπάνη! Εάν, αντιθέτως, ο διάδικος αυτός νικήσει, τότε το δικαστήριο έχει τη δυνατότητανα μην επιδικάσει δικαστική δαπάνη υπέρ αυτού! Σε κάθε, λοιπόν, περίπτωση, ωφελείται το Δημόσιο και συνακολούθως οι δανειστές τής χώρας, η ικανοποίηση τών οποίων προηγείται.
3. Τροποποίηση τού Π.Δ. 18/1989: Με το νέο νόμο (άρθρο 45 παρ. 1 και 2 τού Ν. 4055/2012) προβλέπεται στις υποθέσεις τής ακυρωτικής διαδικασίας να εισάγεται μία εκκρεμής υπόθεση, όχι απευθείας στο ακροατήριο τού διοικητικού δικαστηρίου, αλλά σε δικαστικό συμβούλιο. Το δικαστικό συμβούλιο έχει τη δυνατότητα να κάνει ομοφώνως δεκτό το ένδικο μέσο ή βοήθημα, με αποτέλεσμα να αποτραπεί η εισαγωγή τής υποθέσεως στο ακροατήριο. Εάν, όμως, ο ηττηθείς διάδικος εμμείνει στην εισαγωγή τής υποθέσεως στο ακροατήριο τού διοικητικού δικαστηρίου και αυτό κάνει επίσης δεκτό το ένδικο μέσο ή βοήθημα, τότε ο διάδικος, που ζήτησε την εισαγωγή τής υποθέσεως στο ακροατήριο, καταδικάζεται να καταβάλει στον νικήσαντα διάδικο το πενταπλάσιο τής δικαστικής δαπάνης! Η νέα αυτή διάταξη λειτουργεί αποτρεπτικά για τον κάθε ηττηθέντα διάδικο να επιμείνει στη δικαίωσή του, αλλά και να δικασθεί η υπόθεσή του δημοσίως σε ακροαματική διαδικασία. Επισημαίνεται, ότι οι δικαστικές δαπάνες στα διοικητικά δικαστήρια είναι εξαιρετικά υψηλές. Ως εκ τούτου, αντιλαμβάνεσθε τί σημαίνει ο πενταπλασιασμός τής δικαστικής δαπάνης ή ακόμη και ο τριπλασιασμός της σε άλλες περιπτώσεις, στις οποίες θα γίνει αναφορά.
4. Τροποποίηση τού Π.Δ. 18/1989: Εάν ο ηττηθείς διάδικος συνέβαλε, κατά την κρίση τού δικαστηρίου, με τη δικονομική συμπεριφορά του στην καθυστέρηση εκδίκασης τής υπόθεσης, τότε το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να τού επιβαλει δικαστική δαπάνη έωςτριπλάσια της εκάστοτε οριζομένης (άρθρο 46 τού Ν. 4055/2012).
5. Τροποποίηση τού Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας: Όπως και στην περίπτωση τής τροποποίησης τού Π.Δ. 18/1989, με το νέο νόμο (άρθρο 48 παρ. 1 και 3 τού Ν. 4055/2012) προβλέπεται υποχρέωση τού διαδίκου και τού πληρεξουσίου δικηγόρου του να περιέχουν στο κατατεθέν δικόγραφο και μία συνοπτική έκθεση τών τιθεμένων νομικών ζητημάτων μέχρι διακόσιες λέξεις! Όποιος διάδικος δεν τηρήσει αυτήν την υποχρέωση και ηττηθεί έχει τη δυνατότητα το δικαστήριο να τού επιβάλει τριπλάσιαδικαστικά έξοδα, τα οποία μάλιστα υπολογίζονται με βάση την αμοιβή τού πληρεξουσίου δικηγόρου και την παράστασή του στη συζήτηση! Εάν, αντιθέτως, ο διάδικος αυτός νικήσει, τότε το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να μην επιδικάσει δικαστική δαπάνη υπέρ αυτού! Καί σ’αυτήν, λοιπόν, την περίπτωση ωφελείται το Δημόσιο και συνακολούθως οι δανειστές τής χώρας, η ικανοποίηση τών οποίων προηγείται.
6. Τροποποίηση τού Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας: Στις υποθέσεις, οι οποίες εκδικάζονται σε συμβούλιο επιδικάζεται δικαστική δαπάνη για τη σύνταξη του δικογράφου. Εάν, μετά από αίτημα τού διαδίκου, η υπόθεση εισαχθεί στην τακτική διαδικασία και το διατακτικό τής αποφάσεως είναι, κατά τα ουσιώδη σημεία του, το ίδιο με αυτό της απόφασης τού δικαστικού συμβουλίου, τότε ο διάδικος, ο οποίος προκάλεσε τη νέα συζήτηση καταδικάζεται να καταβάλει στον νικήσαντα διάδικο ποσό ίσο με τοπενταπλάσιο τής εκάστοτε οριζομένης δικαστικής δαπάνης (άρθρο 51 παρ. 9 τού Ν. 4055/2012)! Το νέο σύστημα είναι πλέον αποτρεπτικό και άδικα τιμωρητικό.
7. Τροποποίηση τού Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας: Σε φορολογικές και τελωνειακές εν γένει διαφορές ο διάδικος, ο οποίος ασκεί έφεση υποχρεούται να προκαταβάλει μέχρι την ημερομηνία τής αρχικής δικασίμου, με ποινη απαραδέκτου τής εφέσεως, ποσοστό 50% τού οφειλομένου, σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση, κυρίου φόρου, δασμού ή τέλους (άρθρο 22 τού Ν. 3900/2010)!
Δ.- ΓΕΝΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Στο νέο νόμο (άρθρα 53 και 57 παρ. 3 τού Ν. 4055/2012) προβλέπονται οι ακόλουθες απαράδεκτες ρυθμίσεις: Όταν ένας πολίτης κρίνει, ότι η Δικαιοσύνη καθυστέρησε υπερβολικά να αποφανθεί επί υποθέσεώς του, δικαιούται να υποβάλλει αίτηση για δίκαιη ικανοποίηση. Πλην όμως, για την υποβολή τής αιτήσεώς του πρέπει να καταβάλει και παράβολο αξίας 200 ευρώ υπέρ τού Δημοσίου! Στη συνέχεια δε, εάν ο αιτών ηττηθεί κατ’ουσίαν, το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να τού επιβάλλει δαπάνη υπέρ τού Δημοσίου ανερχόμενη μέχρι και το πενταπλάσιο τού ύψους τού παραβόλου, ήτοι 1.000 ευρώ (200 x 5), και εάν η αίτησή του απορριφθεί ως προφανώς απαράδεκτη ή αβάσιμη, τότε το ποσό τής δαπάνης δύναται να ανέλθει μέχρι και το δεκαπλάσιο τού ύψους τού παραβόλου, ήτοι 2.000 ευρώ (200 x 10)! Ουσιαστικώς, λοιπόν, το κράτος αποτρέπει τον πολίτη να «βρει το δίκιο του», διότι ο πολίτης θα φοβηθεί το ενδεχόμενο αρνητικής αποφάσεως και τη συνακόλουθη μεγάλη οικονομική ζημία του. Εάν ο πολίτης το αποτολμήσει και ηττηθεί, τότε ωφελείται το Δημόσιο και συνακολούθως οι δανειστές τής χώρας, η ικανοποίηση τών οποίων προηγείται.
Ολοκληρώνοντας, επισημαίνουμε, ότι σε όσες περιπτώσεις προβλέπεται πλέον η κατάθεση παραβόλου υπέρ τού Δημοσίου, η αξία του δύναται να αναπροσαρμόζεται με κοινή υπουργική απόφαση τών συναρμοδίων υπουργείων Δικαιοσύνης και Οικονομικών. Αυτή δε η αναπροσαρμογή είθισται, κατά κανόνα, να είναι προς τα άνω(αύξηση).
Σε κάθε περίπτωση, η παροχή έννομης προστασίας από τα Δικαστήρια αποτελείδικαίωμα τού πολίτη (άρθρο 20 τού Συντάγματος). Ως εκ τούτου, πρέπει η πρόσβαση όλων τών πολιτών στη Δικαιοσύνη να είναι εύκολη. Εύκολη πρόσβαση σημαίνει, κυρίως και κατ’αρχήν, άρση κάθε οικονομικού εμποδίου, όπως τα παράβολα και ο υψηλός Φ.Π.Α. στις αμοιβές τών δικηγόρων, ήτοι κατάργηση όλων αυτών τών οικονομικών επιβαρύνσεων, οι οποίες καταργούν στην πράξη βασικά συνταγματικά δικαιώματα τών πτωχών και αναξιοπαθούντων πολιτών μας (ισότητας και έννομης προστασίας). Αντιθέτως, ορθή θα ήταν μόνο μία αύξηση τών ποινών ή τών δικαστικών εξόδων καιμόνο στις περιπτώσεις, στις οποίες αποδειχθεί, ότι ο προσφεύγων στη Δικαιοσύνη πολίτης ενήργησε κακοβούλως και προς σκοπό βλάβης συμπολίτη του ή τού Δημοσίου. Είναι αυτονόητο, ότι αυτές οι ποινές και τα αυξημένα δικαστικά έξοδα πρέπει να επιβάλλονται στο τέλος τής διαδικασίας και όχι με την προσφυγή τού όποιου πολίτη στη Δικαιοσύνη. Η δε κρίση της Δικαιοσύνης δεν πρέπει να είναι ανέλεγκτη.Παράλληλα, πρέπει να βελτιωθεί η ποιότητα απονομής τής Δικαιοσύνης, ώστε οι πολίτες να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη τους προς αυτήν, κυρίως ως προς την ορθότητα τών εκδιδομένων αποφάσεων.
Για όλα τα προβλήματα τής Δικαιοσύνης θα συνεχίσουμε να κάνουμε δημόσιες παρεμβάσεις, όπως η παρούσα, αποκαλύπτοντας – αναδεικνύοντας τα προβλήματά της και προτείνοντας λύσεις, τών οποίων θα επιδιώκουμε την προβολή και την υιοθέτησή τους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΛΟΥΡΑΣ για τους
ΕΝΩΜΕΝΟΥΣ ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΥΣ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥΣ
http://eadikigoroi.wordpress.com/
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ