Του Αριστείδη Αποστόλου
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία και την ανακήρυξη της χώρας μας ως ανεξάρτητη με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου (22 Ιανουαρίου του 1830), δημιουργήθηκε η ανάγκη οργάνωσης και λειτουργίας του νέου κράτους σε σωστές βάσεις και με τις κατάλληλες υποδομές. Μεταξύ άλλων, η πόλη του Ναυπλίου ανέλαβε προσωρινά χρέη πρωτεύουσας - μέχρι να εξομαλυνθεί η κατάσταση και να αποφασιστεί επίσημα ποια θα ήταν η «πρώτη πόλη» της Ελλάδας.
Η απόφαση για τον ορισμό της μελλοντικής ελληνικής πρωτεύουσας, κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν. Προσωπικότητες της εποχής, πολιτικοί, αλλά και εξειδικευμένοι επιστήμονες (αρχιτέκτονες, πολεοδόμοι κ.ά.) πήραν μέρος στη συζήτηση που ακολούθησε, προσπαθώντας να επηρεάσουν τις εξελίξεις και την τελική απόφαση. Οι πόλεις που προτάθηκαν ήταν, μεταξύ άλλων, η Κόρινθος, τα Μέγαρα, ο Πειραιάς, το Άργος, καθώς και το Ναύπλιο - η μέχρι τότε πρωτεύουσα της χώρας.
Τελικά, η πλάστιγγα έγειρε προς την Αθήνα, η οποία το Σεπτέμβριο του 1834 ανακηρύχθηκε επίσημα σε «Βασιλική καθέδρα και πρωτεύουσα». Οι λόγοι που οδήγησαν στο να πάρει τελικά η Αθήνα το «χρίσμα», έχουν να κάνουν με την ένδοξη ιστορία της ως λίκνο του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού (την απόφαση πιθανότατα επηρέασε ο βασιλιάς της Βαυαρίας, Λουδοβίκος, ο οποίος ήταν γνωστός αρχαιολάτρης).
Η Αθήνα το 1834
Κάθε άλλο παρά έτοιμη έδειχνε η Αθήνα το 1834 για αναλάβει τον ηγεμονικό ρόλο της πρώτης πόλης του κράτους. Έχοντας χάσει προ πολλού την αίγλη της αρχαίας εποχής και με νωπά τα «σημάδια» από τις μάχες που διεξήχθησαν στο έδαφός της, η Αθήνα αποτελούσε μία μικρή κωμόπολη (ή μάλλον, ένα… μεγάλο χωριό) που αριθμούσε μόλις 10 χιλιάδες κατοίκους και περίπου 170 κατοικίες και κατεστραμμένα κτήρια. Την ίδια εποχή, ο πληθυσμός της Πάτρας ανερχόταν σε 15 χιλ., ενώ της Θεσσαλονίκης σε 60. Η Αθήνα εκτεινόταν γύρω από την Ακρόπολη (περίπου από του Ψυρρή έως του Μακρυγιάννη), έχοντας ως κέντρο της την περιοχή της Πλάκας (την Παλιά Πόλη). Από τα μεγάλα προβλήματα της νέας πρωτεύουσας ήταν η έλλειψη συστήματος ύδρευσης (νερό έπαιρναν από τις βρύσες ή τις πηγές), καθώς και η ανυπαρξία δημόσιου φωτισμού και συγκοινωνιών, ενώ υπήρχε παντελής έλλειψη υπηρεσιών ή άλλων κοινωνικών αγαθών. Ωστόσο, η ανακήρυξή της Αθήνας σε πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, την ανήγαγε αυτόματα στο πνευματικό κέντρο της χώρας, δίνοντας ταυτόχρονα ώθηση σε επιστήμες, πολιτισμό και τέχνες. Παράλληλα, Έλληνες και ξένοι αρχιτέκτονες σχεδίασαν και υλοποίησαν μνημειώδη κτήρια, γνωστά ως νεοκλασικά (μεταξύ των πρώτων, ήταν η σημερινή Βουλή των Ελλήνων και το Πανεπιστήμιο), ενώ τα σπίτια που χτίζονταν καθημερινά, συνέβαλαν στη αναβάθμιση τής εικόνας τής νέας πόλης. Όπως ήταν λογικό, η πόλη ανοικοδομούταν με γοργό ρυθμό, προσπαθώντας να καλύψει τις επιτακτικές ανάγκες που της δημιούργησε ο νέος της ρόλος. Εντούτοις, το αρχικό σχέδιο (ήδη από το 1831) για τη δημιουργία μίας πανέμορφης πόλης με μεγάλους δρόμους, αντικαταστάθηκε από μεταγενέστερο που συρρίκνωνε τις οδούς και τις συνοικίες, οι οποίες οικοδομούνταν άναρχα. Εξάλλου, η επικοινωνία με τα άλλα κράτη επέβαλε τη δημιουργία ενός ισχυρού εμπορικού κέντρου, καθώς και την άμεση συγκοινωνιακή σύνδεση, τόσο με το εξωτερικό, όσο και με τις υπόλοιπες περιοχές της χώρας. Στα επόμενα χρόνια, η Αθήνα αποτέλεσε τον πόλο έλξης για τους Έλληνες, που έφταναν από όλα τα μέρη της χώρας. Μοιραία, το 1896, στην έναρξη των πρώτων, σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, η πρωτεύουσα είχε αλλάξει ριζικά την όψη της, έχει επεκταθεί χωρικά, αριθμούσε περίπου 140 χιλ. κατοίκους και αποτελούσε το εμπορικό και πνευματικό κέντρο της χώρας. Η Αθήνα σήμερα Στη σύγχρονη πραγματικότητα, η πόλη των Αθηνών προσπαθεί να σταθεί ως ισάξια μεταξύ των άλλων ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Η επιτυχημένη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων, πριν από δύο χρόνια, έδωσε την εικόνα στον έξω κόσμο ότι πρόκειται για μία σύγχρονη, σωστά δομημένη και οργανωμένη πόλη - ενώ, ταυτόχρονα, έδωσε υποσχέσεις στους κατοίκους της, για ένα καλύτερο μέλλον στην ίδια τους την πόλη. Ωστόσο, τα προβλήματα που παρουσιάζει η πόλη δείχνουν να υπερτερούν από τις δυνατότητες που ήδη προσφέρει - ή από τις λύσεις που κάθε φορά προτείνονται και τελικώς υλοποιούνται. Νέφος Η Αθήνα ασφυκτιά από την ατμοσφαιρική ρύπανση: το γνωστό «νέφος» που τη χαρακτηρίζει εδώ και πολλά χρόνια και που αναδεικνύεται σε ένα από τα μεγαλύτερά της προβλήματα. Η ελληνική πρωτεύουσα είναι από τις πόλεις με τις υψηλότερες συγκεντρώσεις μικροσωματιδίων στην Ευρώπη, ενώ παρουσιάζει και υψηλές συγκεντρώσεις οξειδίων του αζώτου. Όπως τονίζουν οι επιστήμονες, το νέφος εξακολουθεί να μεταλλάσσεται και να αναπτύσσεται, με τους σταθμούς μέτρησης του ΥΠΕΧΩΔΕ να καταγράφουν, όλο και πιο συχνά, υψηλές τιμές συγκέντρωσης σωματιδίων, κατά τους τελευταίους μήνες. Μάλιστα, στοιχεία του υπουργείου καταδεικνύουν ότι, εντός του 2005, μία στα τέσσερις βιομηχανίες και το 16% των κεντρικών θερμάνσεων των κτηρίων υπερέβησαν τα όρια εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Κυκλοφοριακό Η αύξηση του αριθμού των αυτοκινήτων που κυκλοφορούν στο λεκανοπέδιο ήταν αλματώδης τα τελευταία χρόνια, με αποτέλεσμα η μέση ωριαία ταχύτητα των οχημάτων τις ώρες αιχμής να μην ξεπερνά τα 8 χλμ. / ώρα. Η δημιουργία του μετρό και της Αττικής οδού έχουν σαφώς βελτιώσει την εικόνα στους δρόμους της Αθήνας, όμως σίγουρα, δεν έχουν εξαλείψει το πρόβλημα. Αστυφιλία Εσωτερική μετανάστευση, με προορισμό την Αθήνα, άρχισε από τις πρώτες, κιόλας, ημέρες ζωής της νέας πρωτεύουσας. Μοιραία, δημιουργήθηκαν πολυάριθμες θέσεις εργασίας, έγινε μεταφορά ορισμένων εταιρειών, καθώς και συγκέντρωση όλων των δημόσιων υπηρεσιών. Έκτοτε, η Αθήνα εξακολούθησε να αυξάνεται σε έκταση και σε πληθυσμό. Οι 125 χιλ. πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία το 1922, ο οικοδομικός οργασμός τη δεκαετία του 1960 (με πολυώροφες πολυκατοικίες), καθώς και ο ερχομός πληθώρας μεταναστών τα τελευταία χρόνια επιβάρυναν ακόμα περισσότερο την κατάσταση. Άμεσα αποτελέσματα όλων των παραπάνω ήταν η άναρχη δόμηση, η οικιστική διόγκωση και μοιραία, η επέκταση στα προάστια. Σήμερα, ο πληθυσμός της Αθήνας ανέρχεται περίπου στο ένα τρίτο όλης της Ελλάδας. Επιπλέον, στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας παρουσιάζεται συγκέντρωση των επιχειρήσεων και συνάμα της απασχόλησης. Σύμφωνα με ανάλυση της Hellastat (Ελληνική Εταιρεία Στατιστικών και Οικονομικών Πληροφοριών), κατά το έτος 2004, 6 στους 10 εργαζομένους απασχολήθηκαν σε επιχειρήσεις που είχαν την έδρα τους στο νομό Αττικής, παρουσιάζοντας το 87% των συνολικών κερδών για το ίδιο έτος. Οι λόγοι προφανείς: η πρωτεύουσα προσφέρει πρόσβαση στο σύνοδο των δημόσιων υπηρεσιών, ενώ αποτελεί αφετηρία για τα περισσότερα μέρη της Ελλάδας, έχοντας πλησίον της το μεγαλύτερο αεροδρόμιο και λιμάνι της χώρας. Όλα αυτά, σε συνδυασμό με το χαμηλό επίπεδο ανεργίας που υπάρχει, μεταμορφώνουν την πρωτεύουσα σε «Γη της Επαγγελίας» για πολλούς. Έλλειψη πρασίνου Η γιγάντωση της πρωτεύουσας είχε άμεσο αντίκτυπο στο περιβάλλον. Τα δάση της Αθήνας καίγονται και οικοπεδοποιούνται, τα πάρκα της συρρικνώνονται, τα ρέματα μπαζώνονται, ενώ οι δημόσιοι υπαίθριοι χώροι έχουν αφεθεί κυριολεκτικά στην τύχη τους. Ταυτόχρονα, κάθε χρόνο, στο λεκανοπέδιο της Αττικής εγείρονται 8 με 9 χιλιάδες νέες οικοδομές. Σήμερα, μόλις δύο (2!) τετραγωνικά μέτρα πράσινου αντιστοιχούν ανά κάτοικο, κατατάσσοντας την Αθήνα ως την ευρωπαϊκή πρωτεύουσα με τη χαμηλότερη αναλογία (ενδεικτικά, στη Βόννη αντιστοιχούν 35, στο Ρότερνταμ 24, ενώ στις Ρώμη, Παρίσι και Λονδίνο 9 τ.μ. πρασίνου). Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, η αναλογία θα πρέπει να αγγίξει τα 9 τ.μ., προκειμένου η Αθήνα να θεωρηθεί ότι είναι μία ανθρώπινη και βιώσιμη πόλη. Μοιραία, ως επιτακτική ανάγκη φαντάζει η δημιουργία μητροπολιτικού πάρκου στο Ελληνικό - αν και η πολύμηνη καθυστέρηση στην υλοποίησή του, καθώς και οι φήμες για άλλες χρήσεις, δημιουργούν ανησυχία για πιθανή αλλαγή σχεδίων από κυβερνητικής πλευράς. Εξάλλου, η έλλειψη πρασίνου, σε συνδυασμό με την πυκνή δόμηση, το μεγάλο ύψος των κτηρίων, την αυξημένη κίνηση οχημάτων και την υπερβολική χρήση των κλιματιστικών δημιουργούν αποπνικτική ατμόσφαιρα κάθε καλοκαίρι, όταν ο καύσωνας επισκέπτεται την πρωτεύουσα. Το πρόβλημα παρουσιάζεται εντονότερο στο Κέντρο, όπου παρατηρούνται διαφορές θερμοκρασίας, σε σύγκριση με τα προάστια, κατά 8 με 10 βαθμούς Κελσίου. Όπως τονίζουν οι ειδικοί, η δημιουργία μεγάλων χώρων πρασίνου θα μπορούσε να μειώσει τη θερμοκρασία κατά 3 με 4 βαθμούς Κελσίου. Άλλα προβλήματα Έκταση Αττικής:Πληθυσμός Αττικής:Έκταση περιφέρειας πρωτεύουσας:Αναλογία πράσινου ανά κάτοικο:Αριθμός οχημάτων:Αριθμός ταξί:
Στα παραπάνω προβλήματα, θα πρέπει να προστεθούν ο υψηλός αριθμός αστέγων και η αυξημένη εγκληματικότητα, που έχουν τις ρίζες τους στη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Η εγκληματικότητα έχει αυξηθεί εντυπωσιακά τα τελευταία χρόνια, με τα δυτικά προάστια και το Κέντρο να εμφανίζουν τις περισσότερες επιθέσεις, ληστείες και διαρρήξεις. Πιο συχνά από ποτέ, η Αθήνα παρουσιάζει ένα αφιλόξενο και εχθρικό πρόσωπο, κυρίως στις περιοχές, όπου κυριαρχούν η φτώχεια και η ανεργία. Ένα ακόμα σημαντικό πρόβλημα είναι αυτό των αστέγων: αν και στην Ελλάδα το ποσοστό ιδιοκατοίκησης ανέρχεται στο 74%, το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο υπολογίζει σε περίπου 11 χιλιάδες τους αστέγους που ζουν σε προσωρινά καταφύγια στην πρωτεύουσα. Από αυτούς, οι 3.000 είναι Έλληνες και οι 8.000 αλλοδαποί, με τάση περαιτέρω αύξησης του αριθμού τους. Πρόκειται κυρίως για αποφυλακισμένους, πρώην τροφίμους ψυχιατρικών ιδρυμάτων, μετανάστες, χρήστες ναρκωτικών, οικονομικά κατεστραμμένους ή «δραπέτες» από την οικογενειακή τους εστία. Πολλοί από αυτούς βρίσκουν τροφή στα σκουπίδια ή τις χωματερές, ενώ συχνάζουν, κοιμούνται και επιβιώνουν σε περιοχές, όπως η Κλαυθμώνος ή το Πεδίο του Άρεως. Τάση για φυγή Τα προβλήματα της Αθήνας γίνονται καθημερινά αντιληπτά από τους κατοίκους της, με συνέπεια να καταγράφονται με ευχέρεια από σχετικές δημοσκοπήσεις. Έρευνα της στατιστικής υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Eurostat), που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2005, κατέταξε την Αθήνα στη - διόλου τιμητική - τελευταία θέση μεταξύ 31 ευρωπαϊκών πόλεων, ως προς το βαθμό ικανοποίησης των κατοίκων της. Σύμφωνα με την έρευνα, ποσοστό 96% βρίσκουν την πόλη θορυβώδη, 72% βρώμικη, 96% με αυξημένη ρύπανση και 65% με έλλειψη πρασίνου. Επιπλέον, αποτελέσματα άλλης έρευνας της Eurostat - που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του ίδιου χρόνου - κατέδειξε ότι οι Αθηναίοι αισθάνονται λιγότεροι ασφαλείς στην πόλη τους, σε σύγκριση με τους πολίτες άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Ως εκ τούτου, δεν είναι παράξενο το γεγονός που κατέγραψε το βαρόμετρο της VPRC, του ΣΚΑΪ και της «Καθημερινής» (Σεπτέμβριος του 2006), σύμφωνα με το οποίο το 54% των Αθηναίων θα μετακόμισε ευχαρίστως, εάν του δινόταν η ευκαιρία, στην περιφέρεια… Πηγές Η Καθημερινή, kathimerini.gr, sansimera.gr, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Eurostat, ΥΠΕΧΩΔΕ (minenv.gr), Περιφέρεια Αττικής (athensattica.com), Δήμος Αθηναίων (cityofathens.gr). | ||||||||||||||||||||||||
Hμερομηνία : 17/9/06Copyright: http://www.kathimerini.gr |
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ