Οι δύο αδελφές από την Πράγα
Του Γιώργου Βέη
«...επέστρεψα στο Παρίσι με τον τρόμο του αποδιοργανωμένου ταξιδιώτη που έχει κάνει το γύρο του κόσμου και δεν αναγνωρίζει κανένα από τα μέρη όπου έχει ζήσει για τόσο καιρό». (από το βιβλίο, σελ. 144)
Οι δύο αδελφές, η Κλάρα και η Χίλντα Γκότβαλντ, οι οποίες μεταναστεύουν διαδοχικά από τη δεινώς χειμαζόμενη οικονομικά -και ουχί μόνον- μητρική Πράγα, ζουν με εξόφθαλμη άνεση στο Παρίσι. Υποδυόμενες τις μεσάζουσες μεταξύ των εκδοτικών οίκων και των νέων, ενίοτε ματαιόσπουδων, ματαιόδοξων ή απλώς πολλά υποσχομένων ή ακόμη και κατεστημένων ήδη συγγραφέων της γαλλικής σκηνής, αρμέγουν κανονικά το συναφές, πολυάριθμο, διαρκώς ανανεούμενο κύκλωμα.
Οι ακαταπόνητες αδελφές, δέσμιες των ίδιων των αυτοκαταστροφικών συμφερόντων τους, οραματίζονται, επιπροσθέτως, να καταστήσουν διεθνή λογοτεχνικά αστέρια και κάποιους ασήμους πλην όμως κατά τη γνώμη τους λίαν ταλαντούχους συμπατριώτες του περιώνυμου Μίλαν Κούντερα και άλλων βεβαίως. Προωθώντας εντέχνως προς τα έξω την ιδέα αυτή, καθίστανται, όπως ευλόγως θα περίμενε κανείς, ιδιαζόντως επικίνδυνες για την αξιοπρεπή διαβίωση των άλλων «συναδέλφων» μεσαζόντων, ακραιφνώς γαλλικής υπηκοότητος, οι οποίοι βλέπουν την νεοπαγή αυτοκρατορία των αδελφών Κλάρας και Χίλντας Γκότβαλντ να μονοπωλεί σχεδόν το ζωτικό τους χώρο. Αρχετυπικά αδίστακτες, κυνικές, ευφυέστατες και συμπλεγματικές ταυτοχρόνως, γνήσια θύματα και θύτες του λεγομένου μετ΄επιτάσεως ή μη υπαρκτού σοσιαλισμού της χώρας τους, ιδρύουν με επαγγελματική διαστροφή, οξύτατης μάλιστα μορφής, «ένα κράτος εν κράτει, ένα ξεχασμένο πριγκιπάτο της κανονικής Δημοκρατίας». Δεν ορρωδούν προ ουδενός: προσφέρουν μάλιστα ως επιδόρπιο τις σωματικές τους επικράτειες για να επιβληθούν ακόμη καλύτερα στο χώρο. Οι εκβιασμοί επιτρέπονται και με το αζημίωτο πάντα από την πλευρά τους. Οι δε προδοσίες καλούνται «τακτικοί ελιγμοί» στο ιδίωμά τους. Η εκμετάλλευση είναι, εν ολίγοις, η άλλη όψη της αυξημένης, ήτοι μεταπρατικής κοινωνικότητας.
Ο τρίτος αφηγηματικός πόλος ανήκει σ΄ έναν μάλλον αδέξιο συγγραφέα, ο οποίος, μεταξύ άλλων, επιδιώκει να διορθώσει τον όμαιμό του Μαρί Ανρί Μπελ, γνωστότερο ως Σταντάλ. Μεταποιώντας μάλιστα ανενδοιάστως το εμβληματικό μυθιστόρημα του τελευταίου Αρμάνς, το κομπορρήμον, κατά τι υποψιασμένο, πλην όμως ανεπίδεκτο πρακτικής σοφίας αυτό άτομο, δεν θα αργήσει να παρασυρθεί με τη σειρά του από την καλοστημένη, ανθρωποφαγική μηχανή των δολίων αδελφών. Το δέλεαρ της επιτυχίας υπαινίσσεται κατά κανόνα θυσίες του εγώ. Ενδέχεται μάλιστα να φτάσουν στην ομηρία της ίδιας της συγγραφικής πένας, ό, τι πολυτιμότερο δηλαδή διαθέτει εξ ορισμού ο δημιουργός χαρακτήρων και καταστάσεων. Γι΄ αυτό και ο εν λόγω φέρελπις μυθιστοριογράφος θα εγκαταλείψει τον μικρό, αλλά έντιμο εκδότη του, θα απομακρυνθεί από τη σύντροφό του και θα επιδιώξει την απόλυτη επιτυχία του «εδώ και τώρα». Ιδού το πιστεύω του επαρκώς συμπυκνωμένο: «Είμαι Ζυγός, με ωροσκόπο ζυγαριά ακριβείας. Αναζητώ την ισορροπία παίζοντας με τις ανεπάρκειές μου. Θεωρούμαι ισορροπημένος, μα είμαι απλώς αναποφάσιστος· θεωρούμαι μετρημένος, μα έχω απλώς ενδοιασμούς. Περιμένω, συνετός και ψύχραιμος, την καταιγίδα, προφυλαγμένος καλά». Η ψευδαίσθηση έτοιμη να κάψει μεταφορικώς και κυριολεκτικώς όλα τα χαρτιά του. Παραθέτω την οριακή του ομολογία, σε σχέση με τις δήθεν ευεργεσίες, τις οποίες του επιδαψιλεύει κυρίως η παντελώς ανερμάτιστη ηθικώς Κλάρα Γκότβαλντ: «Με έσωσε από το βόλεμα, έξυσε με τα νύχια της το αγαθό μου προσωπείο, μου άνοιξε τα μάτια. Με λίγα λόγια, της οφείλω το ότι δεν με άφησε να βυθιστώ σε λήθαργο». Ως άλλος Δον Κιχώτης από τη Μάντσα, ο συγγραφέας, έρμαιο των δύο αδελφών, αρνείται να δει την (όποια) εξ αντικειμένου πραγματικότητα. Αρνείται να συμμορφωθεί, να σεβαστεί τα δεδομένα όρια της ατομικής του γραφής. Αρνείται δηλαδή την τρέχουσα παράσταση για μια φασματική υπέρ-παράσταση. Εκεί δηλαδή όπου ο προσωπικός μύθος επιζητεί την επί πίνακι κεφαλή του ίδιου του συγγραφικού υποκειμένου. Το ένστικτο όμως της ελάχιστης αυτοσυντήρησης, το οποίο ευτυχώς φαίνεται ότι εν τέλει διαθέτει, θα τον γλιτώσει την τελευταία ακριβώς στιγμή.
Η καλλιτεχνική φιλοδοξία δεν μπορεί να είναι η ανέκκλητη ταφόπλακα της ζωής, ισχυρίζεται εμμέσως πλην σαφώς ο πολύπειρος αρχισυντάκτης των πολιτιστικών σελίδων του Nouvel Observateur και ευρηματικός καθόλα παραγωγός του «La masque et la plume», Ζερόμ Γκαρσέν (1956-), το μυθιστόρημα του οποίου Ήταν κάθε μέρα σε πόλεμο, που, ως γνωστόν, απέσπασε το βραβείο Maurice Genevoix, πολιτογραφήθηκε ήδη στη γλώσσα μας (ομοίως εκδόσεις «Πόλις»). Οι ολετήρες συνειδήσεων, υποστάσεων και φιλοδοξιών, η Κλάρα και η Χίλντα Γκότβαλντ, πρέπει θα τιμωρηθούν. Η ύβρις των πρέπει να καταστεί τυπικό του είδους παράδειγμα προς αποφυγήν. Η κομψή, σαφώς αριστοτελικών προδιαγραφών, κάθαρση δεν οχλεί την αναγνωστική πρόσληψη. Έρχεται στην ώρα της, δεν φωνασκεί, δεν ηθικολογεί στο έπακρον, ως δήθεν νέμεσις φανατικών μονοθεϊστών φέρ΄ ειπείν και το –κυριότερο - δρα συναινετικά. Η μικρότερη αδελφή μάλιστα, η Χίλντα, μετατρέπεται τρόπον τινά σε όψιμη, δυνητική Αντιγόνη, η οποία δείχνει ότι όντως επείγεται να φροντίσει με ευπρέπεια και ανιδιοτέλεια το τρομερό τέρας, τη Λερναία Ύδρα-Κλάρα, στις τελευταίες άδοξες μέρες της ολικής, θανάσιμης πτώσης της στο κενό τουάγαν. Ισχυρίζομαι ότι η λύση του δράματος θυμίζει σ΄ ένα εύληπτο βαθμό το τέλος του Τρίτου ανθρώπου του Γκρέηαμ Γκρην, που κυκλοφορήθηκε ήδη και στη γλώσσα μας από τις εκδόσεις «Άγρα». Ωσαύτως, επαρκείς ομοιότητες στους χαρακτήρες και στις αντίστοιχες ρήξεις τους, οι οποίες εντοπίζονται μεταξύ της Χίλντας Γκότβαλντ και του άτυχου συγγραφέα, παρατηρούνται και στο ζευγάρι Ντ΄ Αλαμπέρ και Ζυλί, όπως καταγράφονται στο εξαιρετικά δομημένο μυθιστόρημα του Άντριου Κράμεϋ, Η αρχή του Ντ΄ Αλαμπέρ, το οποίο εκδόθηκε στα ελληνικά από την «Πόλη», το 2002.
Κάτω από άλλες συνθήκες, φέρ΄ ειπείν στη δεκαετία του ΄50 ή και στον μεσοπόλεμο ακόμη, φρονώ ότι η νουβέλα αυτή θα μπορούσε να αναδειχθεί σε ένα μυθιστόρημα-ποταμό των επτακοσίων και πλέον σελίδων. Σήμερα, ας μας αρκέσει στην παρούσα μορφή της. Εφ΄ όσον ουκ εν τω κειμενικώ πολλώ το πολυπόθητο πρόσημο ευ. Εκτός κι αν κάποιος ρηξικέλευθος πεζογράφος μας, μιμούμενος τον προαναφερόμενο κεντρικό ήρωα του Ζερόμ Γκαρσέν και μη πιστεύοντας στην ισχύ του παραπάνω αφορισμού, θελήσει να «προεκτείνει» τιςΔύο αδελφές από την Πράγα, οι οποίες σημειωτέον ευτύχησαν μεταφραστικά εδώ, μιαν τοιχογραφία της ημέτερης, όχι λιγότερο συναρπαστικής, εξωκαλλιτεχνικής και αυθεντικά καλλιτεχνικής ζωής.
Ζερόμ Γκαρσέν
Οι δύο αδελφές από την ΠράγαΜτφρ. Ρένη Παπαδάκη
Εκδόσεις Πόλις, Σελ. 170
Οι δύο αδελφές από την ΠράγαΜτφρ. Ρένη Παπαδάκη
Εκδόσεις Πόλις, Σελ. 170
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΠΕΣΤΕ ΜΑΣ ΤΗ ΓΝΩΜΗ ΣΑΣ